του Δημήτρη Γ. Παπανίκα *
Όσο περισσότερο μελετάει κανείς το θέμα τόσο περισσότερες αρνητικές πλευρές διαπιστώνει. Όμως τρεις ελληνικές τράπεζες και ένα ημικρατικό διυλιστήριο με τους κερδομανείς γηγενείς μεγαλομετόχους , με πολύφερνους ‘επενδυτές’ από το Κατάρ και ωραιοποιημένες εξαγγελίες κυβερνητικών αρμοδίων πιέζουν να υλοποιηθεί το σχέδιο του ενεργειακού τερατουργήματος. Τούτο φυσικά δεν ανατρέπει την αμείλικτη πραγματικότητα, ότι το Ενεργειακό Κέντρο Αστακού-Αιτωλοακαρνανίας (ΕΚΑ) παρουσιάζει καίριες τεχνικές αβεβαιότητες και τεχνολογική διακινδύνευση. Είναι ένα έργο χαμηλής ενεργειακής απόδοσης, μεγάλης περιβαλλοντικής επιβάρυνσης, έχει περισσότερο μεταπρατικό παρά παραγωγικό χαρακτήρα με συνέπεια να μην προκύπτει ξεκάθαρο συνολικό όφελος για το κοινωνικό σύνολο και την εθνική οικονομία.
Αρνητική παγκόσμια επίδοση αποτελεί η εγκατάσταση του Θερμοηλεκτρικού Σταθμού ισχύος 1100 Μεγαβάτ με καύσιμο διάφορα Υγραέρια. Με δεδομένη την ακαταλληλότητά τους για ηλεκτροπαραγωγή η μέθοδος αυτή είναι πρωτάκουστη. Τα υγραέρια σε ποσότητα σχεδόν ενός εκατομμυρίου τόνων ετησίως (1.000.000 ΜΤ/έτος) θα εισάγονται από το Κατάρ, ένα εμιράτο του αραβικού Κόλπου με πλούσια πετρελαϊκά αποθέματα κάτω από την ομπρέλα προστασίας των ΗΠΑ . Ο ΘΗΣ της Αιτωλοακαρνανίας με ετήσια παραγωγή 8,8 τεραβατώρες (8.800 GWh) θα αποτελεί σχεδόν το 13% της ελληνικής ηλεκτροπαραγωγής ευρισκόμενος εκτός οιουδήποτε εθνικού ενεργειακού προγραμματισμού. Προβλέπεται επίσης και η παράλληλη ετήσια πλημμυρίδα εισαγόμενου Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου των 6,5 δισεκατομμυρίων κυβικών μέτρων που υπερδιπλασιάζει τις ελληνικές εισαγωγές και αναστατώνει το ενεργειακό μας ισοζύγιο. Κάθε ορθολογικός σχεδιασμός φαίνεται να έχει παραμεριστεί και η χώρα ‘σπρώχνεται’ με μειωμένη κυβερνητική αντίσταση στη σπάταλη δευτερογενή χρήση εισαγόμενων αερίων καυσίμων σε ασύμφορη ηλεκτροπαραγωγή.
Αυτές οι εξελίξεις δείχνουν, ότι βρισκόμαστε μπροστά σε ενεργειακή πολιτική χωρίς πρόγραμμα, την οποία διαμορφώνουν περιστασιακές υπουργικές πρωτοβουλίες εν ονόματι μιας δήθεν ‘πράσινης’ ανάπτυξης. Μπροστά στην ενεργειακή-περιβαλλοντική στρέβλωση του ΕΚΑ η θεσμοθετημένη προώθηση των ΑΠΕ φαντάζει προσχηματική. Οι πρωτοβουλίες είναι συζευγμένες με επιχειρηματικά σχέδια στην αγορά ενέργειας, τα οποία ευνοούνται από το αβέβαιο μέλλον της παραμελημένης ηλεκτροπαραγωγής από τις ΑΠΕ και τον εγχώριο λιγνίτη, καθώς η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Περιβάλλοντος ψηφίζει το κλείσιμο τεσσάρων εργοστασίων της ΔΕΗ στην Δυτική Μακεδονία μέχρι το 2020. Σχετικά θα πρέπει να ανακοινωθεί επισήμως, αν εγκαταλείπεται ο ενεργειακός εκσυγχρονισμός των λιγνιτικών μονάδων και η αντιρρυπαντική αναβάθμισή τους με κατακράτηση του διοξειδίου του άνθρακα(CO2) , η οποία θα είναι ώριμη για εφαρμογή λίγο μετά το 2020.
Σύμφωνα με επίσημες ανακοινώσεις στον θερμοηλεκτρικό σταθμό Αστακού –άγνωστο πώς-θα συλλέγουν, θα υγροποιούν και εν μέρει θα διοχετεύουν το διοξείδιο του άνθρακα σε ‘θερμοκήπια’ για να καλλιεργούν Φύκια με σκοπό την παραγωγή βιοελαίων. Η κατακράτηση και η αποκομιδή του CO2 αποτελεί ακόμα αντικείμενο τρέχουσας έρευνας και δοκιμών σε ευάριθμους πιλοτικούς σταθμούς παγκοσμίως. Ασφαλής βέλτιστη διαθέσιμη τεχνική δεν αναμένεται προ του 2020. Εάν τελικώς αυτή η επιδίωξη του σχεδίου δεν είναι για να …‘πρασινίσουν το χάπι’, τότε θα χρειαστούν τεράστιες εγκαταστάσεις για να απορροφηθεί η αδιάκοπη ετήσια εκπομπή των σχεδόν τεσσάρων εκατομμυρίων τόνων διοξειδίου του άνθρακα από τα καυσαέρια των Υγραερίων. Αρκεί φυσικά να μη συμβεί διαρροή του CO2, η οποία μπορεί να αποβεί καταστροφική. Γεγονός είναι πάντως ότι αυτός ο τρόπος παραγωγής βιοελαίου από Φύκια ευρίσκεται ακόμη σε ερευνητικό-δοκιμαστικό στάδιο και δεν υφίσταται ως βέλτιστη διαθέσιμη τεχνική ούτε έχει αποδειχθεί η αποδοτική εφαρμογή του. Να σημειωθεί επίσης, ότι το CO2 συνοδεύεται από δεκάδες τόνους ημερησίως σε Οξείδια του Αζώτου, Μονοξειδίου του Άνθρακα, Διοξειδίου του Θείου και πολυάριθμους ΕΠΑΡ, δηλ. Επικίνδυνους Αέριους Ρύπους, όπως γνωρίζουν οι ενεργειακοί ειδικοί και αποσιωπούν οι κύριοι του έργου.
Η ίδια η Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων διαπιστώνει , ότι οι δραστηριότητες του Ενεργειακού Κέντρου θα έχουν αρνητικές επιπτώσεις στο Τοπίο και στο Έδαφος, στα Επιφανειακά Νερά, στο Ατμοσφαιρικό Περιβάλλον, Θαλάσσιο Περιβάλλον, Ακουστικό Περιβάλλον και στην Βιομηχανική Ασφάλεια. Κατά συνέπεια αναμένονται ασφυκτικές καταστάσεις, όπως σε γνωστά Ενεργειακά Κέντρα (Μεγαλόπολη, Πτολεμαΐδα), αλλά με πρόσθετους κινδύνους, αφού οι εγκαταστάσεις υγροποιημένων αερίων εντάσσονται στη ανώτατη κατηγορία επικινδυνότητας και η ευρύτερη περιοχή θα υπόκειται σε λήψη μέτρων προφύλαξης από Βιομηχανικά Ατυχήματα Μεγάλης Έκτασης, γνωστά ως Β.Α.Μ.Ε. δεδομένης μάλιστα της σεισμικότητας της Δυτικής Ελλάδας.
Το οικονομικό αντικείμενο του έργου θα υπερβεί τα τρεισήμισι δισεκατομμύρια ευρώ με το μεγαλύτερο μέρος να είναι το κόστος προμήθειας εξοπλισμού από το εξωτερικό. Μπροστά σε τέτοια ποσά ο προβλεπόμενος αριθμός των μόνο 140 (εκατόν σαράντα) απασχολουμένων κατά την πλήρη λειτουργία του Κέντρου είναι απογοητευτικός. Επίσης για την εθνική οικονομία δεν προμηνύεται επαρκές όφελος. ένεκα της μικρής προστιθέμενης αξίας και του διαμετακομιστικού-μεταπρατικού χαρακτήρα του εγχειρήματος, το οποίο επιπρόσθετα βασίζεται σε εξαγωγές ηλεκτρικού ρεύματος και φυσικού αερίου προς την Ιταλία με συνέπεια την διαρκή επισφάλειά του.
Μέσα σ’ αυτή την περιρρέουσα ατμόσφαιρα που δημιουργούν, αφενός τα αντικειμενικά επιχειρήματα για την αμελητέα χρησιμότητα του Ενεργειακού Κέντρου Αστακού, αφετέρου ο ισοπεδωτικός τρόπος προώθησής του, επιβάλλεται ο νόμος της άκριτης υπακοής και σιωπής! Η Μ.Π.Ε- με βασικές ελλείψεις- ‘πέρασε’ στο Νομαρχιακό Συμβούλιο Αιτωλοακαρνανίας υπό την πιεστική παρουσία του επικοινωνιακού προεκλογικού εκπροσώπου του προέδρου του ΠΑΣΟΚ και εκπροσώπων βουλευτών των δύο κομμάτων εξουσίας σε πλήρη σύμπνοια. Την ίδια ημέρα(3.5.10) υπογράφηκε η σχετική διακρατική συμφωνία με τους ‘επενδυτές’ του Κατάρ χειροκροτούντος του πρωθυπουργού, ενώ η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας με υπερβάλλοντα ζήλο αδειοδoτεί. Εντούτοις οι διοικούντες σε ΔΕΗ, ΔΕΠΑ και συναφείς οργανισμούς που πλήττονται άμεσα από τον αθέμιτο ανταγωνιστή, δεν λαμβάνουν θέση παρά τον οφθαλμοφανή ο παραγκωνισμό τους. Τέλος στο μείζον αυτό θέμα θα ήταν ευπρόσδεκτες κρίσεις κοινωνικών φορέων αλλά και ειδικών επιστημόνων στην ενεργειακή τεχνολογία, οικονομία και στο περιβάλλον. ____________________________________________________________
* Καθηγητής Dr.-Ing. Δημήτρης Γ. Παπανίκας, τ. καθηγητής Παν/μίου Πατρών στον Τομέα Ενέργειας, Περιβάλλοντος και Αεροναυτικής, Τμήμα Μηχανολόγων & Αεροναυπηγών Μηχανικών, www.papanikas.gr
Δημοσιεύτηκε στο Δαίμονα της Οικολογίας, Ιούνιος 2010