Θέμα: Ρύπανση στον ποταμό Καλαμά
Καταγγελίες φορέων της κοινωνίας των πολιτών από την Περιφέρεια της Ηπείρου στην Ελλάδα(1), μιλούν για σοβαρή απειλή στον ποταμό Καλαμά από μόνιμες πηγές ρύπανσης. Δημοσιογραφικές πληροφορίες(2) αναφέρουν ότι προκαταρκτική μελέτη του Ινστιτούτου Εσωτερικών Υδάτων του Ελληνικού Κέντρου Θαλάσσιων Ερευνών επιβεβαιώνει σοβαρό πρόβλημα ρύπανσης στον παραπόταμο Βελτσιστινό, ιδιαίτερα στην έξοδο της τάφρου της Λάψιστας που δέχεται την απορροή της βιομηχανικής περιοχής Ιωαννίνων και τις σποραδικές υπερχειλίσεις του βιολογικού καθαρισμού της περιοχής που, σύμφωνα με τις καταγγελίες δε διαθέτει μηχανισμούς ελέγχου.
Σύμφωνα με την οδηγία 2000/60/EK(3), οι χώρες μέλη όφειλαν να έχουν υποβάλει συνοπτική έκθεση περιβαλλοντικής ανάλυσης για τις λεκάνες απορροής των ποταμών μέχρι το Μάρτιο του 2005, από το 2006 να ξεκινήσουν να παρακολουθούν την οικολογική και χημική κατάσταση και μέχρι το Δεκέμβριο του 2009 να έχουν δημοσιεύσει τα τελικά σχέδια διαχείρισής τους μετά από διαβούλευση. Σε απάντηση του Επιτρόπου Περιβάλλοντος κ. Δήμα σε παλαιότερη ερώτηση για τον ίδιο ποταμό (Ε-2479/07), γινόταν αναφορά στις οδηγίες 2000/60/EK και 96/61/EK(4), με την επισήμανση ότι η Επιτροπή «θα παρακολουθήσει εκ του σύνεγγυς τα μελλοντικά μέτρα για την εφαρμογή αυτών και άλλων περιβαλλοντικών νομοθετημάτων, ώστε οι ελληνικές αρχές να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους».
Ερωτάται η Επιτροπή:
1. Αν είναι ενήμερη για τις καταγγελίες για το πρόβλημα ρύπανσης στη λεκάνη απορροής του ποταμού Καλαμά.
2. Αν η Ελλάδα έχει τηρήσει τις υποχρεώσεις της από τις οδηγίες 2000/60/EK και 96/61/EK και τι μέτρα έχει λάβει για το θέμα αυτό η Επιτροπή.
3. Τι αποτελέσματα έχει αποδώσει η παρακολούθηση και οι παρεμβάσεις τις οποίες δήλωνε η Επιτροπή στην ανωτέρω απάντηση Ε-2479/07 ότι δεσμευόταν να πραγματοποιήσει.
(1) http://www.ipiros.gr/portal2/index.php?option=com_content&view=article&id=5620:n-&catid=40&Itemid=72
(2) http://www.enet.gr/?i=issue.el.home&date=09/01/2010&id=119225,
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_ell_2_15/11/2009_337385
(3) ΕΕ L 327 της 22.12.2000, σ. 1.
(4) ΕΕ L 257 της 10.10.1996, σ. 26.
Απάντηση του κ. Potocnik εξ ονόματος της Επιτροπής
Η Επιτροπή δεν είναι ενήμερη για τις καταγγελίες που αφορούν τη ρύπανση του ποταμού Καλαμά.
Η Επιτροπή παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς την εφαρμογή της οδηγίας-πλαισίου για τα ύδατα (ΟΠΥ, 2000/60/ΕΚ(1)) και της οδηγίας 2008/1/ΕΚ(2) σχετικά με την ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχο της ρύπανσης (οδηγία IPPC) σε όλα τα κράτη μέλη.
Κατόπιν της δικαστικής διαδικασίας που κίνησε η Επιτροπή και που περιγράφεται στην απάντηση στη γραπτή ερώτηση E-2479/07(3), το Δικαστήριο καταδίκασε την Ελλάδα στις 31 Ιανουαρίου 2008 (απόφαση στην υπόθεση C-264/07) επειδή δεν διενήργησε, για κάθε περιοχή λεκάνης απορροής ποταμού, ανάλυση των χαρακτηριστικών της, επισκόπηση των επιπτώσεων των ανθρώπινων δραστηριοτήτων στην κατάσταση των επιφανειακών και των υπόγειων υδάτων και οικονομική ανάλυση της χρήσης ύδατος, όπως απαιτείται από το άρθρο 5 παράγραφος 1 της ΟΠΥ και επειδή δεν υπέβαλε συνοπτική έκθεση των αναλύσεων αυτών, όπως απαιτείται από το άρθρο 15 παράγραφος 2 της ΟΠΥ.
Μετά την απόφαση αυτή του Δικαστηρίου, η Ελλάδα υπέβαλε τη συνοπτική έκθεση στην Επιτροπή τον Μάρτιο του 2008. Η έκθεση αυτή αποσκοπεί, μεταξύ άλλων, στον εντοπισμό, βάσει των διαθέσιμων στοιχείων για τις πιέσεις και τις επιπτώσεις, των υδατικών συστημάτων που διατρέχουν τον κίνδυνο να μην πληρούν τους στόχους της ΟΠΥ. Σύμφωνα με την έκθεση που υποβλήθηκε, το αποτέλεσμα της αξιολόγησης κινδύνου δεν είναι οριστικό για το μεγαλύτερο τμήμα του ποταμού Καλαμά και των παραποτάμων του, λόγω ελλιπών δεδομένων, ενώ τα παράκτια ύδατα υποδοχής στο Ιόνιο πέλαγος χαρακτηρίζονται ως διατρέχοντα τον κίνδυνο να μην πληρούν τους στόχους της ΟΠΥ.
Ένα σημαντικός παράγοντας για την αντιμετώπιση της έλλειψης δεδομένων είναι η συγκρότηση προγραμμάτων παρακολούθησης με σκοπό την αξιολόγηση της κατάστασης των υδατικών συστημάτων. Σύμφωνα με το άρθρο 8 και το άρθρο 15 παράγραφος 2 της ΟΠΥ, έπρεπε να καταρτιστούν τα προγράμματα αυτά μέχρι τον Δεκέμβριο του 2006 και να υποβληθεί συνοπτική έκθεση στην Επιτροπή μέχρι τον Μάρτιο του 2007. Καθώς η Ελλάδα δεν υπέβαλε έκθεση εμπρόθεσμα, η Επιτροπή κίνησε δικαστική διαδικασία. Κατόπιν τούτου, οι ελληνικές αρχές υπέβαλαν τον Σεπτέμβριο του 2008 σύνοψη των προγραμμάτων παρακολούθησης.
Καίριας σημασίας στάδιο της εφαρμογής της ΟΠΥ αποτελεί η κατάρτιση σχεδίων διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού και προγραμμάτων μέτρων. Σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 1 της ΟΠΥ, τα κράτη μέλη όφειλαν να αρχίσουν δημόσιες διαβουλεύσεις σχετικά με τα προσχέδια διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού το αργότερο στις 22 Δεκεμβρίου 2008 και να καταρτίσουν τα οριστικά σχέδια μέχρι τις 22 Δεκεμβρίου 2009. Τα σχέδια αυτά έπρεπε να περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, τα αποτελέσματα της παρακολούθησης που διενεργήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 8 της εν λόγω οδηγίας. Εξ όσων γνωρίζει η Επιτροπή, δεν έχουν ακόμη αρχίσει στην Ελλάδα οι διαβουλεύσεις για τα προσχέδια και, επομένως, δεν δημοσιεύτηκε κανένα σχέδιο διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας. Σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 1 της ΟΠΥ, η προθεσμία για την υποβολή των σχεδίων στην Επιτροπή λήγει στις 22 Μαρτίου 2010. Όπως στην περίπτωση της τήρησης των προηγούμενων προθεσμιών για την εφαρμογή της ΟΠΥ, η Επιτροπή μπορεί να εξετάσει το ενδεχόμενο να κινήσει δικαστική διαδικασία κατά της Ελλάδας για αθέτηση των υποχρεώσεών της. Μόλις λάβει τα σχέδια διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού, θα εξετάσει κατά πόσο το περιεχόμενό τους ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της οδηγίας.
Όσον αφορά την οδηγία IPPC, αυτή απαιτεί να λειτουργούν οι εγκαταστάσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της με άδειες που περιλαμβάνουν οριακές τιμές εκπομπών, οι οποίες βασίζονται στις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές (BΔT) και αποβλέπουν στην αποφυγή και, όταν αυτό δεν είναι πρακτικά εφικτό, στη γενική μείωση των εκπομπών και των επιπτώσεων στο περιβάλλον στο σύνολό του. Επομένως, η αποφυγή ή η μείωση των εκπομπών στην ατμόσφαιρα, τα ύδατα και το έδαφος πρέπει να αντιμετωπίζεται στο πλαίσιο των περιβαλλοντικών αδειών που εκδίδονται σύμφωνα με την οδηγία IPPC. Για τις υφιστάμενες εγκαταστάσεις έπρεπε να ληφθούν μέτρα ώστε να ανταποκρίνονται πλήρως στις απαιτήσεις της οδηγίας IPPC, το αργότερο μέχρι τις 30 Οκτωβρίου 2007.
Δεδομένου ότι η Ελλάδα δεν εξέδωσε νέες ή επικαιροποιημένες άδειες για μεγάλο αριθμό εγκαταστάσεων μέχρι την προβλεπόμενη από την οδηγία IPPC καταληκτική ημερομηνία της 30ης Οκτωβρίου 2007, η Επιτροπή κίνησε διαδικασία επί παραβάσει και προσέφυγε στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις 29 Οκτωβρίου 2009. Η διαδικασία αυτή βρίσκεται σε εξέλιξη.
(1) ΕΕ L 327 της 22.12.2000.
(2) ΕΕ L 24 της 29.1.2008.
(3) http://www.europarl.europa.eu/QP-WEB/home.jsp
Θέμα: Ρύπανση υδάτων στον Δήμο Μεσσαπίας στην Εύβοια από τοξικά απόβλητα
Εφιαλτικές διαστάσεις έχει λάβει πλέον το οικολογικό πρόβλημα που βιώνει ο Δήμος Μεσσαπίων της Εύβοιας, σε σημείο ώστε, παράλληλα με την τεράστια περιβαλλοντική καταστροφή, να απειλείται άμεσα η υγεία των κατοίκων, αφενός από την έκθεση στα τοξικά απόβλητα που κατακλύζουν την περιοχή και αφετέρου από την κατανάλωση του αποδεδειγμένα ακατάλληλου νερού του δικτύου ύδρευσης.
Οι νεότερες εξετάσεις σε δείγματα νερού, που πραγματοποιήθηκαν από το Γεωλογικό-Υδρολογικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Αθηνών (21.5.2009) και το Ινστιτούτο Γεωλογικών & Μεταλλευτικών Ερευνών (ΙΓΜΕ, 17.7.2009), ανίχνευσαν συγκεντρώσεις εξασθενούς χρωμίου που ξεπερνούν τα 60 μg/L (με όριο ασφαλείας κατά τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας για το ολικό χρώμιο τα 50 μg/L, ενώ δεν έχει εισαχθεί ακόμα ξεχωριστό όριο για το εξασθενές χρώμιο- μια προτεινόμενη τιμή από την Υπηρεσία Health Hazard Assessment της EPA των ΗΠΑ είναι το 0,2 μg/L), καθώς και συγκεντρώσεις νικελίου που ξεπερνούν τα 30 μg/L (με όριο ασφαλείας τα 20 μg/L). Σημειωτέον ότι σύμφωνα με τις πλέον πρόσφατες επιστημονικές μελέτες το εξασθενές χρώμιο προκαλεί καρκίνο και μέσω της κατάποσης και συνεπώς δεν θα πρέπει να ανιχνεύεται στο πόσιμο νερό.
Η Ελληνική Κυβέρνηση αντί να μεριμνήσει για την αποτελεσματική εφαρμογή των οδηγιών 98/83/ΕΚ(1) για την ποιότητα νερού ανθρώπινης κατανάλωσης, 1999/31/ΕΚ(2) περί υγειονομικής ταφής αποβλήτων, 91/689/ΕΟΚ(3) για τα επικίνδυνα απόβλητα, 2006/11/ΕΚ(4) για τη ρύπανση του υδάτινου περιβάλλοντος από επικίνδυνες ουσίες, 80/68/ΕΚ(5) αναφορικά με την προστασία των υπογείων υδάτων από ρύπανση που προκαλείται από συγκεκριμένες επικίνδυνες ουσίες, και 2000/60/ΕΕ(6) για την ορθολογική διαχείριση των υδάτων στην περιοχή, ανακοίνωσε στις 4.9.2009 μέσω του υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων την υλοποίηση εγγειοβελτιωτικών έργων, ύδρευσης και άρδευσης, στη λεκάνη απορροής 07-24 Αρτάκης-Ψαχνών, και πιο συγκεκριμένα το έργο «Φράγμα Ψαχνών Ν. Ευβοίας», προϋπολογισμού 28.215.000€ που θα χρηματοδοτηθεί από το Ταμείο Συνοχής (ΕΣΠΑ 2007-2013).
1. Συμφωνεί η Επιτροπή ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση το Ελληνικό Κράτος είναι υπόλογο για τη μη συμμόρφωση με τις παραπάνω οδηγίες; Αν ναι, τι μέτρα θα λάβει η Επιτροπή για τη συμμόρφωση των ελληνικών αρχών;
2. Δεδομένης της διαπιστωμένης και τεκμηριωμένης πλέον ρύπανσης του υδροφόρου ορίζοντα, συμφωνεί η Επιτροπή ότι το προαναφερθέν έργο δεν συμμορφώνεται με τις σχετικές προδιαγραφές της οδηγίας 2000/60/ΕΕ και ότι η χρήση ευρωπαϊκών κονδυλίων γι΄ αυτό θα αποτελούσε παραβίαση του κανονισμού (EK) αριθ. 1083/2006(7); Τι δράση θα αναλάβει η Επιτροπή ώστε αυτό το σχέδιο να μη λάβει ευρωπαϊκή χρηματοδότηση;
3. Τι μέτρα προτίθεται να πάρει η Επιτροπή για την ορθή εφαρμογή της οδηγίας 98/83/ΕΚ και την προστασία της ανθρώπινης υγείας σε περιοχές που υδροδοτούνται με ακατάλληλο νερό με συγκεντρώσεις ολικού χρωμίου και νικελίου που υπερβαίνουν τα παραμετρικά όρια;
4. Μπορεί η Επιτροπή να μας ενημερώσει σε ποιό στάδιο βρίσκεται η διαδικασία παράβασης (C-286/08) κατά της Ελλάδας, η οποία εκκρεμεί ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου;
(1) ΕΕ L 330 της 5.12.1998, σ. 32.
(2) ΕΕ L 182 της 16.7.1999, σ. 1.
(3) ΕΕ L 377 της 31.12.1991, σ. 20.
(4) ΕΕ L 64 της 4.3.2006, σ. 52.
(5) ΕΕ L 20 της 26.1.1980, σ. 43.
(6) ΕΕL 327 της 22.12.2000, σ. 1.
(7) ΕΕ L 210 της 31.7.2006, σ. 25.
Απάντηση του κ. Δήμα εξ ονόματος της Επιτροπής
Η Επιτροπή δεν γνωρίζει την ύπαρξη των δειγμάτων νερού που αναφέρει το Αξιότιμο Μέλος του Κοινοβουλίου και δεν ήταν ενήμερη για την απόφαση που έλαβε η Ελληνική Κυβέρνηση, στις 4 Σεπτεμβρίου 2009, για την εκτέλεση έργων στη λεκάνη απορροής Αρτάκης-Ψαχνών, και ειδικά για το έργο φράγμα Ψαχνών στο Νομό Ευβοίας.
Κατ’ εφαρμογή της αρχής της επικουρικότητας τα κράτη μέλη είναι αρμόδια για την επιλογή, τη διαχείριση και την εφαρμογή των επιχειρησιακών προγραμμάτων. Τα κράτη μέλη δεν είναι υποχρεωμένα να διαβιβάζουν πληροφορίες σχετικά με ζητήματα σχεδιασμού και ανάπτυξης των έργων στην Επιτροπή, αν δεν πρόκειται για συγχρηματοδοτούμενα μεγάλα έργα, όπως προβλέπεται από τον κανονισμό 1260/1999(1) (άρθρο 25) ή τον κανονισμό 1083/2006(2) (άρθρα 39-41). Τα σχέδια και τα ειδικά μέτρα, εκτός από τα μεγάλα έργα, επιλέγονται και αξιολογούνται από τις αρμόδιες εθνικές, περιφερειακές και τοπικές αρχές, οι οποίες είναι υπεύθυνες για τη συγχρηματοδότηση από τα διαρθρωτικά ταμεία στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος και για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με την νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η Επιτροπή δεν ήταν ικανοποιημένη με την καθυστέρηση όσον αφορά την κατάρτιση προγραμμάτων για την παρακολούθηση της κατάστασης των (επιφανειακών και υπόγειων) υδάτων στην Ελλάδα, όπως προβλέπει το άρθρο 8 της οδηγίας-πλαισίου για τα ύδατα (οδηγία 2000/60/ΕΚ) και, ως εκ τούτου, τον Ιούνιο του 2008, κίνησε τη διαδικασία επί παραβάσει (υπόθεση 2007/2490) όσον αφορά τη συμμόρφωση με τα άρθρα 8 και 15 παράγραφος 2 της οδηγίας. Μέχρι τον Δεκέμβριο του 2009 τα κράτη μέλη οφείλουν να καταρτίσουν σχέδια διαχείρισης των λεκανών απορροής που πρέπει να προβλέπουν την παρακολούθηση των αποτελεσμάτων και τα μέτρα για τον έλεγχο της ρύπανσης από άλλους συναφείς ρύπους. Η Επιτροπή θα παρακολουθήσει εκ του σύνεγγυς τα επόμενα βήματα για την εφαρμογή της οδηγίας-πλαισίου για τα ύδατα, συμπεριλαμβανομένης της εν εξελίξει διαδικασίας επί παραβάσει, ώστε να διασφαλιστεί ότι οι ελληνικές αρχές θα εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους.
Όσον αφορά την τελευταία ερώτηση, στις 10.09.2009, ευκαιρία της εκδίκασης της υπόθεσης C-286/08, το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΔΕΚ) αποφάνθηκε ότι η Ελλάδα παρέβη τις υποχρεώσεις της που προβλέπονται από α) τα άρθρα 1 παράγραφοι 2 και 6 της οδηγίας 91/689/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 12ης Δεκεμβρίου 1991 για τα επικίνδυνα απόβλητα σε συνδυασμό με τα άρθρα 5 παράγραφοι 1-2 και 7 παράγραφος 1 της οδηγίας 2006/12/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 5ης Απριλίου 2006 για τα στερεά απόβλητα, β) το άρθρο 1 παράγραφος 2 της οδηγίας 91/689/ΕΟΚ του Συμβουλίου, σε συνδυασμό με τα άρθρα 4 και 8 της οδηγίας 2006/12/ΕΚ και γ) το άρθρα 3 παράγραφος 1 σημεία 6-9 και 13-14 της οδηγίας 1999 / 31/ΕΟΚ(3).
(1) ΕΕ αριθ. L 161, 26.6.1999
(2) ΕΕ αριθ. L 49, 31.07.07
(3) http://curia.europa.eu/jurisp/cgi-bin/form.pl?lang=en&Submit=Rechercher&alldocs=alldocs&docj=docj&docop=docop&docor=docor&docjo=docjo&numaff=C-286/08&datefs=&datefe=&nomusuel=&domaine=&mots=&resmax=100
Θέμα: Ρύθμιση των προτύπων θορύβου των οχημάτων
Σύμφωνα με το δελτίο Τύπου, της 31ης Αυγούστου 2009, της μη κυβερνητικής οργάνωσης T&E, τα αυτοκίνητα θα καταστούν πιο θορυβώδη ως αποτέλεσμα ενός νέου νομικά δεσμευτικού προτύπου μέτρησης που θα εγκρίνει η Οικονομική Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών για την Ευρώπη (ΟΕΕ/ΗΕ). Σύμφωνα με την T&E, το εν λόγω μέτρο σχεδιάστηκε από την Porsche εξ ονόματος του Διεθνούς Οργανισμού Κατασκευαστών Μηχανοκίνητων Οχημάτων (OICA). Η Ευρωπαϊκή Ένωση αναθέτει τη ρύθμιση του θορύβου των οχημάτων στον φορέα των Ηνωμένων Εθνών, ο οποίος φαίνεται ότι δέχεται ισχυρές επιρροές από την αυτοκινητοβιομηχανία. Από την πλευρά της, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν έχει υποβάλει καμία νομοθετική πρόταση επί του θέματος. Αυτή η αδράνεια είναι ανησυχητική, δεδομένου ότι ο θόρυβος από οδική κυκλοφορία προκαλεί καρδιακά προβλήματα και, σε ορισμένες περιπτώσεις, τον θάνατο δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων στην ΕΕ.
Βάσει των παραπάνω, θα ήθελα να υποβάλω το ακόλουθο ερώτημα:
Γιατί η Επιτροπή αναθέτει τη ρύθμιση των προτύπων θορύβου των οχημάτων στην ΟΕΕ/ΗΕ αντί να υποβάλει πρόταση που θα εξυπηρετεί πρωταρχικά την υγεία και τα δικαιώματα των ανθρώπων, και όχι τα συμφέροντα της αυτοκινητοβιομηχανίας;
Απάντηση του κ. Verheugen εξ ονόματος της Επιτροπής
Η Επιτροπή θα ήθελε να υπενθυμίσει στον κ. βουλευτή ότι στον κλάδο της αυτοκινητοβιομηχανίας όλες οι αποφάσεις που αφορούν νομοθετικές προτάσεις σχετικά με όλες τις εκπομπές, περιλαμβανομένων των εκπομπών θορύβου, λαμβάνονται αποκλειστικά από τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα με τη συμμετοχή του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. Συγκεκριμένα, όλες οι αποφάσεις που ρυθμίζουν τη στάθμη του θορύβου λαμβάνονται με διαδικασία συναπόφασης.
Και επειδή ο κ. βουλευτής αναφέρθηκε επίσης στις εργασίες τυποποίησης στο πλαίσιο της Οικονομικής Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για την Ευρώπη (ΟΕΕ/ΗΕ), η Επιτροπή τον παροτρύνει να ανατρέξει στην ετήσια έκθεση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στην οποία κοινοποιούνται οι δραστηριότητές της στο πλαίσιο της ΟΕΕ/ΗΕ, διασφαλίζοντας έτσι πλήρη διαφάνεια. Η συμμετοχή στις εργασίες της ΟΕΕ/ΗΕ είναι προς το ευρωπαϊκό συμφέρον και, ως εκ τούτου, ο ρόλος της Επιτροπής και των κρατών μελών στην ΟΕΕ/ΗΕ είναι καθοριστικός σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη τεχνικών προτύπων που καταρτίζονται βάσει ευρωπαϊκών συμφερόντων και αξιών.
Θέμα: Ανάγκη ευρωπαϊκής απαγόρευσης της μεταλλουργίας που βασίζεται στην κυάνωση
Ανησυχία προκαλεί η ταχεία επέκταση της επεξεργασίας μεταλλευμάτων χρυσού μέσω εκχύλισης με κυάνιο σε χώρες της Αν. και ΝΑ Ευρώπης (Ουγγαρία, Σλοβακία, Ρουμανία, Βουλγαρία, Ελλάδα). Σοβαρές περιβαλλοντικές καταστροφές έχουν συμβεί σε τέτοιες εγκαταστάσεις, όπως στη Baia Mare της Ρουμανίας το 2000. Ευρωπαϊκές χώρες όπως η Γερμανία και η Τσεχία έχουν ήδη απαγορεύσει τη μεταλλουργία αυτού του τύπου(1) ενώ στην Ουγγαρία και στη Ρουμανία υπάρχουν πρωτοβουλίες πίεσης για την υιοθέτηση νομοθεσίας για μια παρόμοια απαγόρευση(2).
Στη ΝΔ Βουλγαρία, έχει δοθεί άδεια στις περιοχές Κρούμοβγκραντ και Κιρτζαλί, στην οροσειρά της Ροδόπης, σε σημεία που εκκρεμεί από το 1999 η ένταξή τους στο Δίκτυο «Natura 2000» και βρίσκονται κοντά σε παραποτάμους του Άρδα, ο οποίος καταλήγει στον Έβρο ποταμό. Το ζήτημα του Κιρτζαλί έχει ήδη τεθεί από τις 14.10.2009 με ερώτηση της αξιότιμης συναδέλφου F.H. Hyusmenova (ALDE) προς την Επιτροπή (P-5093/09)(3), ενώ έχουν εκφραστεί ανησυχίες και από ελληνικούς φορείς(4). Σύμφωνα με τη Διεθνή Συνθήκη του Espoo για τη Διασυνοριακή Ρύπανση (1994), η Ελλάδα είναι «επηρεαζόμενο μέλος» από τα έργα στη Βουλγαρία και ως εκ τούτου έχει βαρύνουσα άποψη στη διαδικασία έγκρισης.
Αλλά και στην Ελλάδα υπάρχουν περιοχές που διεκδικούνται από εταιρείες για εκμετάλλευση (Σάπες Ροδόπης, Πέραμα Έβρου) ενώ στη ΒΔ Χαλκιδική το «Επενδυτικό Σχέδιο Ανάπτυξης» των Μεταλλείων Κασσάνδρας έλαβε προκαταρκτική έγκριση δυο μέρες πριν τις εκλογές (2.10.2009). Στα ίδια μεταλλεία χρησιμοποιείται κυάνιο για την παραγωγή συμπυκνωμάτων μολύβδου και ψευδαργύρου, από το 1953, ενώ στο μεταλλείο «Μαύρες Πέτρες» της Ελληνικός Χρυσός χρησιμοποιούνται περίπου 80 κιλά κυανίου την ημέρα!
Έχοντας υπόψη την ανεπάρκεια του εθελοντικού «κώδικα» διαχείρισης του κυανίου που έχει καταρτίσει η μεταλλευτική βιομηχανία από μόνη της(5),
Ερωτάται η Επιτροπή:
1. Συμμερίζεται την ανάγκη απαγόρευσης της μεταλλουργίας που βασίζεται στην κυάνωση σε όλες της χώρες της Ένωσης;
2. Θεωρεί ότι οι αδειοδοτήσεις και τα επενδυτικά σχέδια σε Βουλγαρία και Ελλάδα συνάδουν με την ευρωπαϊκή νομοθεσία και πιο συγκεκριμένα με την οδηγία 2006/21 ΕΚ(6) για τη διαχείριση των αποβλήτων της εξορυκτικής βιομηχανίας; Τι είδους μηχανισμούς διαθέτει η Επιτροπή για να διασφαλιστεί η συμμόρφωση προς την προαναφερθείσα οδηγία;
3. Τι είδους μέτρα προτίθεται να λάβει σχετικά με το συγκεκριμένο ζήτημα;
(1) Για χώρες και περιοχές όπου ισχύουν απαγορεύσεις βλ. http://www.rainforestinfo.org.au/gold/Bans.html
(2) http://cianmentes.org/?page_id=48 και http://www.bancyanide.ro/, αντίστοιχα. Επίσης, http://www.budapesttimes.hu/index.php?option=com_content&task=view&id=13389
(3) http://www.europarl.europa.eu/sides/getDoc.do?pubRef=-//EP//TEXT+WQ+P-2009-5093+0+DOC+XML+V0//EL
(4) http://fonirodopis.gr/press/?p=11639
(5) http://www.cyanidecode.org/
(6) ΕΕ L 102 της 11.4.2006, σελ. 15.
Απάντηση του κ. Δήμα εξ ονόματος της Επιτροπής
1. Το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο εξέδωσαν το Μάρτιο του 2006 την οδηγία για την διαχείριση των αποβλήτων της εξορυκτικής βιομηχανίας(1). Στόχοι της εν λόγω οδηγίας είναι κυρίως ο περιορισμός των δυνητικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων της διαχείρισης των αποβλήτων της εξορυκτικής βιομηχανίας. Η απαγόρευση της χρήσης κυανίου για την εξαγωγή χρυσού δεν συμπεριελήφθη στην οδηγία, αλλά στο άρθρο 13 παράγραφος 3 ορίζονται πολύ αυστηρές οριακές τιμές εκπομπών. Μετά την έκδοση της οδηγίας δεν έχουν σημειωθεί νέες σημαντικές τεχνολογικές εξελίξεις που θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν τροποποίησή της.
2. Η Επιτροπή δεν είναι σε θέση να σχολιάσει τις λεπτομέρειες σχετικά με τις άδειες που χορηγήθηκαν στην Ελλάδα και τη Βουλγαρία. Η συμμόρφωση με τους κανόνες, συμπεριλαμβανομένης της απόφασης για τη χωροθέτηση των εγκαταστάσεων, αποτελεί ζήτημα των αρμόδιων εθνικών αρχών. Σύμφωνα με τις πληροφορίες που διαθέτει η Επιτροπή δεν έχουν εντοπιστεί μέχρι σήμερα παραβιάσεις της νομοθεσίας της ΕΕ.
Όσον αφορά την αδειοδότηση εγκατάστασης στην περιοχή του Κρούμοβγκραντ, η Επιτροπή ζήτησε πρόσθετες συμπληρωματικές πληροφορίες από τις αρμόδιες βουλγαρικές αρχές σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 2006/21/ΕΚ στην διαχείριση των αποβλήτων της εξορυκτικής βιομηχανίας και τη συμμόρφωση με τις σχετικές απαιτήσεις.
3. Εάν η Επιτροπή διαπιστώσει παραβίαση της νομοθεσίας της ΕΕ θα λάβει τα απαιτούμενα νομικά μέτρα στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της προκειμένου να διορθώσει την κατάσταση και να εξασφαλίσει την πληρη εφαρμογή της νομοθεσίας της ΕΕ.
Οδηγία 2006/21/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2006 , σχετικά με τη διαχείριση των αποβλήτων της εξορυκτικής βιομηχανίας και την τροποποίηση της οδηγίας 2004/35/ΕΚ – Δήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, ΕΕ L 102 της 11.4.2006.
Θέμα: Λειτουργία παράνομων χώρων ανεξέλεγκτης διάθεσης απορριμμάτων στην Ελλάδα
Στην Ελλάδα λειτουργούσαν μέχρι πρόσφατα περίπου 3500 παράνομοι χώροι ανεξέλεγκτης διάθεσης απορριμμάτων (ΧΑΔΑ). Οι χώροι αυτοί συνιστούν σοβαρό κίνδυνο για την υγεία και το περιβάλλον, ενώ έχουν συχνά αποτελέσει εστίες καταστροφικών πυρκαγιών για τα δάση της χώρας. Με την απόφαση C-502/03, το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΔΕΚ) αποφάνθηκε ότι η Ελλάδα δεν έχει συμμορφωθεί με τις σχετικές διατάξεις της Οδηγίας 75/442/ΕΟΚ για τα απόβλητα. Η συμμόρφωση της Ελλάδας με την απόφαση αυτή συνεπάγεται κλείσιμο και αποκατάσταση περίπου 1300 παράνομων ή ανεξέλεγκτων ΧΑΔΑ που έχουν δηλωθεί επίσημα. Στο πλαίσιο αυτής της προσπάθειας, η Ελλάδα έχει κοινοποιήσει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή το εθνικό σχέδιο για τη διαχείριση των αποβλήτων (ΚΥΑ 50910/2727/2003), το οποίο έθεσε ως χρονικό όριο υλοποίησης το τέλος του 2008.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ερωτάται:
1. Εννέα μήνες μετά την λήξη του παραπάνω χρονικού ορίου, ποια είναι η ενημέρωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής από την ελληνική κυβέρνηση ως προς τους παράνομους ΧΑΔΑ; Πόσοι παράνομοι ΧΑΔΑ λειτουργούν ακόμα στην Ελλάδα;
2. Έχει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διασταυρώσει τα στοιχεία και ελέγξει αν πράγματι έχουν κλείσει οι 1300 ΧΑΔΑ και αποκατασταθεί περιβαλλοντικά οι περιοχές που περιλαμβάνονται στην απόφαση του ΔΕΚ;
3. Έχει ζητήσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στοιχεία ώστε να αποκλειστεί η περίπτωση να έκλεισαν κάποιοι ΧΑΔΑ, αλλά να άνοιξαν κάποιοι άλλοι σε κοντινές περιοχές, και έτσι να μην αναφέρονται πλέον στα επίσημα στοιχεία;
4. Τι πρωτοβουλίες σκοπεύει να αναλάβει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για εκατοντάδες ή δεκάδες εκατοντάδες άλλους ΧΑΔΑ που ναι μεν δεν περιλαμβάνονταν στην απόφαση του ΔΕΚ, αλλά συνεχίζεται παρανόμως η λειτουργία τους και οι επιπτώσεις τους στο περιβάλλον;
5. Πέντε χρόνια μετά την σχετική απόφαση του ΔΕΚ, εξετάζει η Επιτροπή το ενδεχόμενο να κινήσει κατά της ελληνικής κυβέρνησης τη διαδικασία του άρθρου 228 της συνθήκης ΕΚ, λόγω της συνεχιζόμενης λειτουργίας παράνομων ΧΑΔΑ και μη συμμόρφωσης με την απόφαση;
6. Ποια κονδύλια έχει διαθέσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την υποστήριξη αυτού του σχεδίου; Έχει αξιολογήσει η Επιτροπή την διαχείριση αυτών των κονδυλίων από την ελληνική κυβέρνηση μέχρι στιγμής, και αν ναι, ποια είναι η αξιολόγηση;
Απάντηση του κ. Δήμα εξ ονόματος της Επιτροπής
Με την απόφαση της 6ης Οκτωβρίου 2005 (υπόθεση C-502/03), το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι η Ελλάδα δεν ανταποκρίθηκε στις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει των άρθρων 4, 8 και 9 της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ(1) περί των στερεών αποβλήτων, όπως έχει τροποποιηθεί με την οδηγία 91/156/ΕΟΚ(2). Η Επιτροπή θεωρεί ότι η απόφαση αυτή είναι γενική και αφορά το φαινόμενο της ύπαρξης, στην Ελλάδα, παράνομων ή ανεξέλεγκτων χωματερών και τους κινδύνους που δημιουργούν για το περιβάλλον και την υγεία. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι ίδιες οι ελληνικές αρχές αναγνώρισαν ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων τη λειτουργία τουλάχιστον 1.125 παράνομων ή ανεξέλεγκτων χωματερών στη Ελλάδα.
Για την αντιμετώπιση του προβλήματος, οι ελληνικές αρχές έχουν επικαιροποιήσει τα περιφερειακά προγράμματα διαχείρισης απορριμμάτων, με στόχο το κλείσιμο των παράνομων ή ανεξέλεγκτων χώρων απόρριψης μέχρι το τέλος του 2008 και την αντικατάστασή τους από κατάλληλες εγκαταστάσεις διαχείρισης, δηλαδή χώρους υγειονομικής ταφής.
Οι ελληνικές αρχές έχουν ενημερώσει τακτικά την Επιτροπή σχετικά με την εφαρμογή των απαιτούμενων μέτρων για την εκτέλεση της απόφασης. Για την παρακολούθηση της εκτέλεσης της απόφασης του Δικαστηρίου, η Επιτροπή έχει εξάλλου αξιοποιήσει και άλλες πηγές πληροφοριών (π.χ. περιφερειακά προγράμματα διαχείρισης των απορριμμάτων και καταγγελίες που υποβλήθηκαν). Η δράση της Επιτροπής έχει ως στόχο να εξασφαλίσει την εξάλειψη του φαινομένου των παράνομων ή ανεξέλεγκτων χωματερών. Από την ανασκόπηση των διαθέσιμων πληροφοριών προέκυψε ότι η Ελλάδα δεν είχε εξασφαλίσει την εκτέλεση της απόφασης. Κατόπιν τούτου, η Επιτροπή αποφάσισε να κινήσει τη διαδικασία επί παραβάσει που προβλέπεται στο άρθρο 228 της συνθήκης ΕΚ και απέστειλε προειδοποιητική επιστολή στις 15 Απριλίου 2009.
Επί του παρόντος, οι υπηρεσίες της Επιτροπής αξιολογούν την απάντηση των ελληνικών αρχών. Η Επιτροπή θα αναλύσει όλες τις διαθέσιμες πληροφορίες και δεν θα διστάσει να προχωρήσει στη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 228 της συνθήκης ΕΚ.
Στις απαντήσεις της στις ερωτήσεις ευρωβουλευτών υπ’αριθ. E-216/08 και E-1900/08(3), η Επιτροπή έδωσε πληροφορίες σχετικά με τη συγχρηματοδότηση έργων αποκατάστασης παράνομων χωματερών και κατασκευής μονάδων διαχείρισης απορριμμάτων. Η Επιτροπή θεωρεί ότι προχωρεί πολύ ικανοποιητικά η υλοποίηση έργων που αφορούν την αποκατάσταση των παράνομων χωματερών Ωστόσο, η υλοποίηση έργων χώρων υγειονομικής ταφής (Χώρων Υγειονομικής Ταφής Απορριμμάτων, XYTA/Χώρων Υγειονομικής Ταφής Υπολειμμάτων, XYTY) συχνά καθυστερεί εξαιτίας της αντίθεσης του περιοίκων και των προσφυγών ενώπιον της ελληνικής δικαιοσύνης.
(1)ΕΕ L 194 της 25.7.1975.
(2)Οδηγία 91/156/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 18ης Μαρτίου 1991 για την τροποποίηση της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ περί των στερεών αποβλήτων, ΕΕ L 78 της 26.3.1991.
(3)http://www.europarl.europa.eu/QP-WEB/home.jsp
Θέμα: Ενσωμάτωση στο ελληνικό εθνικό δίκαιο της ευρωπαϊκής νομοθεσίας για την εναλλακτική διαχείριση Αποβλήτων Εκσκαφών – Κατασκευών – Κατεδαφίσεων
H οδηγία 1999/31/ΕΚ(1) του Συμβουλίου της 26ης Απριλίου 1999 περί υγειονομικής ταφής των αποβλήτων απαγορεύει τη διάθεση αδρανών υλικών και εν γένει μπαζών στους ΧΥΤΑ και επιβάλλει τη διάθεσή τους σε ανεξάρτητους χώρους ταφής αδρανών.
Σχετική πρόβλεψη έχει ενσωματωθεί και στον ελληνικό Νόμο 2939/2001, όμως η ενεργοποίησή της απαιτεί ιδιαίτερο Προεδρικό Διάταγμα για σύσταση Εναλλακτικής Διαχείρισης Αποβλήτων Εκσκαφών – Κατασκευών – Κατεδαφίσεων (ΑΕΚΚ). Τέτοιο διάταγμα μέχρι σήμερα δεν έχει υπογραφεί με αποτέλεσμα , σύμφωνα με την επίσημη ιστοσελίδα του ελληνικού υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής(2), η διαχείριση των αποβλήτων αυτής της κατηγορίας να «γίνεται σήμερα αποσπασματικά, δημιουργώντας μεγάλα προβλήματα στο περιβάλλον εξαιτίας της ανεξέλεγκτης διάθεσής τους». Τα απόβλητα αυτά, τα οποία εκτιμώνται σε 100.000 τόνους ημερησίως, οδηγούνται σε ένα μικρό ποσοστό είτε σε ΧΥΤΑ, είτε σε χωματερές, ενώ μεγάλες ποσότητες απορρίπτονται ανεξέλεγκτα σε ρέματα, παλαιά λατομεία και εν γένει στο φυσικό περιβάλλον.
Ερωτάται η Ευρωπαϊκή Επιτροπή:
1. Είναι ενήμερη για τη σοβαρή αυτή καθυστέρηση στην ενσωμάτωση της ευρωπαϊκής νομοθεσίας για την Εναλλακτική Διαχείριση Αποβλήτων Εκσκαφών – Κατασκευών – Κατεδαφίσεων;
2. Τι ενέργειες έχει κάνει μέχρι σήμερα η Επιτροπή προς την ελληνική κυβέρνηση για το θέμα αυτό;
(1) ΕΕ L 182 της 16.7.1999, σελ. 1.
(2) http://www.minenv.gr/anakyklosi/v.menu/aekk/aekk.html
Απάντηση του κ. Δήμα εξ ονόματος της Επιτροπής
Η Επιτροπή θα ήθελε να επιστήσει την προσοχή του Αξιότιμου Μέλους στο γεγονός ότι το άρθρο 4 της οδηγίας 1999/31/EΚ(1) περί υγειονομικής ταφής των αποβλήτων (οδηγία για την υγειονομική ταφή) επιτρέπει την ταφή αδρανών αποβλήτων σε ειδικούς χώρους.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες που διαθέτει η Επιτροπή, η οδηγία για την υγειονομική ταφή μεταφέρθηκε στο ελληνικό δίκαιο με το υπουργικό διάταγμα 29407/3508/10.12.2002, το οποίο δημοσιεύθηκε στο Φύλλο της Εφημερίδας της Κυβέρνησης ΦΕΚ/1572/B της 16/12/2002, σ. 20637.
Πέραν αυτού, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η ταφή αδρανών αποβλήτων είναι δυνατή μόνον εφόσον τα εν λόγω απόβλητα πληρούν τις διατάξεις της απόφασης 2003/33/EΚ(2) του Συμβουλίου για τον καθορισμό κριτηρίων και διαδικασιών αποδοχής των αποβλήτων στους χώρους υγειονομικής ταφής σύμφωνα με το άρθρο 16 και το παράρτημα ΙΙ της οδηγίας 1999/31/ΕΚ.
Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη που πραγματοποιήθηκε εξ ονόματος της Επιτροπής με αντικείμενο την εφαρμογή της απόφασης του Συμβουλίου στα κράτη μέλη, η Ελλάδα την εφαρμόζει έως τώρα με βάση γενική αναφορά της στη νομοθεσία της. Ωστόσο, καμία από τις ειδικές διατάξεις της απόφασης που πρέπει να καθορίσουν τα κράτη μέλη δεν έχει θεσπισθεί ακόμη στην ελληνική νομοθεσία. Επιπλέον, όπως επεσήμανε το Αξιότιμο Μέλος, στη μελέτη αναφέρεται ότι είναι υπό εκπόνηση σχέδιο προεδρικού διατάγματος («εναλλακτική διαχείριση αποβλήτων κατασκευών και κατεδαφίσεων»).
Εν κατακλείδι, μολονότι μια απόφαση εφαρμόζεται καταρχήν αυτόματα και δεν χρειάζεται επομένως μεταφορά της στο εθνικό δίκαιο, η Επιτροπή θα απευθύνει επιστολή στις αρμόδιες ελληνικές αρχές για να βεβαιωθεί με ποιον τρόπο η Ελλάδα εξασφαλίζει στην πράξη την πλήρη εφαρμογή και αποτελεσματικότητα της απόφασης του Συμβουλίου. Με την ευκαιρία αυτή, η Ελλάδα θα ερωτήσει τις ελληνικές αρχές ποιες είναι ενδεχομένως οι συνέπειες από τη μη έκδοση του σχεδίου προεδρικού διατάγματος στην ορθή διαχείριση των αδρανών αποβλήτων στην Ελλάδα.
Οδηγία 1999/31/ΕΚ του Συμβουλίου της 26ης Απριλίου 1999 περί υγειονομικής ταφής των αποβλήτων, ΕΕ L 182 της 16.7.1999.
Απόφαση του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 2002, για τον καθορισμό κριτηρίων και διαδικασιών αποδοχής των αποβλήτων στους χώρους υγειονομικής ταφής σύμφωνα με το άρθρο 16 και το παράρτημα ΙΙ της οδηγίας 1999/31/ΕΚ, ΕΕ L 11 της 16.1.2003.
Θέμα: Ναυάγια με τοξικά και πυρηνικά απόβλητα στη Μεσόγειο
Σύμφωνα με πρόσφατα δημοσιεύματα του ιταλικού και ελληνικού Τύπου, ανακοινώσεις της ιταλικής περιβαλλοντικής οργάνωσης Legambiente, καθώς και την κατάθεση- ομολογία του Φραντσέσκο Φόντι, πρώην «στελέχους» της Μαφίας της Καλαβρίας, στις ιταλικές αρχές, υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι η εν λόγω μαφία έχει βυθίσει περισσότερα από 30 πλοία με τοξικά και πυρηνικά απόβλητα στη Μεσόγειο, εφτά από τα οποία στο Ιόνιο Πέλαγος και τα υπόλοιπα στην Αδριατική θάλασσα. Αν αναλογιστούμε ότι μόνο στο ναυάγιο του μήκους 110 μέτρων «Κούνσκι», που βρέθηκε 30 χιλιόμετρα ανοιχτά των νοτιοδυτικών ακτών της Καλαβρίας, μετά από υπόδειξη του Φραντσέσκο Φόντι, εντοπίστηκαν 120 βαρέλια τοξικών αποβλήτων, τότε μπορούμε να αναλογιστούμε τις ολέθριες συνέπειες για τη δημόσια υγεία των πολιτών της Ιταλίας, της Ελλάδας και άλλων χωρών που βρέχονται από τη Μεσόγειο από την παράνομη βύθιση των 30 πλοίων.
Σύμφωνα με τις διεθνείς Συνθήκες για το θαλάσσιο περιβάλλον αλλά και την ευρωπαϊκή νομοθεσία για την προστασία του θαλασσίου περιβάλλοντος, απαγορεύεται η εκούσια διάθεση τοξικών και πυρηνικών αποβλήτων, ενώ πρέπει να καταγράφεται και να παρακολουθείται η πορεία τους.
Σε αυτό το πλαίσιο ερωτάται η Επιτροπή:
1. Έχει γνώση των συγκεκριμένων καταγγελιών ή/και έχει διερευνήσει το πολύ σοβαρό αυτό ζήτημα;
2. Τι πρωτοβουλίες είναι διατεθειμένη να πάρει, σύμφωνα και με τις δεσμεύσεις που απορρέουν από την απόφαση αριθ. 2850/2000/ΕΚ(1) (άρθρα 2 και 3) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2000, για τη θέσπιση κοινοτικού πλαισίου συνεργασίας στον τομέα της ακούσιας ή εκούσιας θαλάσσιας ρύπανσης;
3. Θεωρεί ότι, στη συγκεκριμένη περίπτωση, έχουμε παραβίαση της οδηγίας 2008/56/ΕΚ(2) περί πλαισίου κοινοτικής δράσης στο πεδίο της πολιτικής για το θαλάσσιο περιβάλλον (οδηγία πλαίσιο για τη θαλάσσια στρατηγική) αλλά και του κανονισμού (EK) αριθ. 1013/2006(3) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2006, για τις μεταφορές αποβλήτων; Αν ναι, τι μέτρα είναι διατεθειμένη να πάρει;
(1) EE L 332, 28.12.2000 σ. 1.
(2) EE L 164, 25.6.2008 σ. 19.
(3) EE L 190, 12.7.2006 σ. 1.
Απάντηση του κ. Δήμα εξ ονόματος της Επιτροπής
1. Η Επιτροπή έχει απαντήσει πρόσφατα σε δύο παρόμοιες ερωτήσεις (E-4567/09 και E-4864/09(1)).
Η εικαζόμενη βύθιση πλοίων με απόβλητα στην Καλαβρία έχει αποτελέσει αντικείμενο ιδιαίτερης προσοχής της Επιτροπής. Πέραν των όσων αναγράφηκαν στο διεθνή τύπο τον Σεπτέμβριο του 2009, ο αρμόδιος για το περιβάλλον Επίτροπος απέστειλε σχετική επιστολή στον ιταλό Υπουργό περιβάλλοντος, ζητώντας περισσότερες πληροφορίες∙ πρόσφατα ελήφθη η απάντηση. Βάσει των πληροφοριών που περιέχονται σ’ αυτήν και επακόλουθων ανακοινωθέντων Τύπου του ιταλικού υπουργείου περιβάλλοντος, προέκυψε ότι το πλοίο που εντοπίσθηκε στα ανοικτά της ακτής της Καλαβρίας ήταν στην πραγματικότητα ένα επιβατηγό πλοίο που βυθίστηκε κατά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Δεν διαπιστώθηκε η ύπαρξη ραδιενέργειας στην περιοχή.
2. Στις 22 Δεκεμβρίου 2006 η Επιτροπή εξέδωσε ανακοίνωση για τη συνεργασία στον τομέα της ακούσιας ή εκούσιας θαλάσσιας ρύπανσης(2). Η εν λόγω ανακοίνωση σκιαγραφεί την τρέχουσα κατάσταση όσον αφορά την κοινοτική δράση στον τομέα της ετοιμότητας αντίδρασης στη θαλάσσια ρύπανση και υποδεικνύει τους τρόπους συνέχισης και ανάπτυξης της εν λόγω δράσης από το 2007 και μετά, μετά την εκπνοή του κοινοτικού πλαισίου συνεργασίας.
Σε περίπτωση ατυχήματος το οποίο ξεπερνά τις εθνικές ικανότητες αντίδρασης, η πληγείσα χώρα μπορεί να προσφύγει στις υπηρεσίες του Κοινοτικού Μηχανισμού Πολιτικής Προστασίας και του Κέντρου Παρακολούθησης και Πληροφοριών (MIC ή ΚΠΠ), όπως ορίζεται από την απόφαση του Συμβουλίου 2007/779/EΚ(3), Eυρατόμ. Ο Κοινοτικός Μηχανισμός Πολιτικής Προστασίας παρέχει τα μέσα με τα οποία, μετά από επίσημη αίτηση συνδρομής από τις αρμόδιες εθνικές αρχές, η Επιτροπή μπορεί να προωθήσει και να στηρίξει την κινητοποίηση της ευρωπαϊκής αρωγής πολιτικής προστασίας σε περίπτωση σοβαρής φυσικής ή ανθρωπογενούς καταστροφής. Ο μηχανισμός μπορεί, για παράδειγμα, να παράσχει τεχνογνωσία για μεσο– και μακροπρόθεσμες περιβαλλοντικές εκτιμήσεις και να διερευνήσει τη σκοπιμότητα της αρωγής που είναι αναγκαία για την απομάκρυνση τοξικών βαρελιών που περιέχονται στα πλοία. Το Κέντρο Παρακολούθησης και Πληροφοριών παρακολουθεί την κατάσταση και είναι έτοιμο να αντιδράσει σε τυχόν επίσημο αίτημα συνδρομής.
3. Η ημερομηνία κατά την οποία τα κράτη μέλη θα έχουν μεταφέρει στο οικείο εθνικό δίκαιο την οδηγία 2008/56/EΚ(4) περί πλαισίου κοινοτικής δράσης στο πεδίο της πολιτικής για το θαλάσσιο περιβάλλον (οδηγία-πλαίσιο για τη θαλάσσια στρατηγική) είναι η 15η Ιουλίου 2010. Επομένως, δεν είναι δυνατόν να έχει υπάρξει παράβαση της εν λόγω οδηγίας.
Η μεταφορά αποβλήτων θα μπορούσε να απαγορευθεί σύμφωνα με τον κανονισμό της ΕΕ για τη μεταφορά των αποβλήτων, για παράδειγμα εάν μεταφέρονται επικίνδυνα απόβλητα ή απόβλητα προς διάθεση κατά παράβαση των εξαγωγικών απαγορεύσεων του κανονισμού ή της κοινοποίησής τους και των σχετικών με την ενημέρωση απαιτήσεων(5). Επιπλέον, η βύθιση ενός πλοίου που περιέχει απόβλητα στην επικράτεια κράτους μέλους εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας-πλαίσιο της ΕΕ για τα απόβλητα, ως παράνομη πόντιση, την οποία τα κράτη μέλη καλούνται να αποτρέψουν(6). Σύμφωνα με την εν λόγω οδηγία της ΕΕ, παράνομη πόντιση ή χερσαία απόθεση απαγορεύεται στις επικράτειες των κρατών μελών. Ωστόσο, στη φάση αυτή η Επιτροπή δεν έχει λόγους να πιστεύει ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση έχει υπάρξει παράβαση της εν λόγω νομοθεσίας.
Παρακαλείσθε να λάβετε υπόψη ότι η οδηγία 2005/35/EΚ(7) για τη ρύπανση από τα πλοία και τη θέσπιση κυρώσεων για παραβάσεις συνιστά ένα καθεστώς αποτελεσματικών, αναλογικών και αποτρεπτικών κυρώσεων κατά των παράνομων ποντίσεων ρύπων. Η οδηγία 2009/123/EΚ(8) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2005/35/EΚ την έχει ενισχύσει, προβλέποντας ποινικές κυρώσεις στις περιπτώσεις κατά τις οποίες οι αποδείξεις πραγματοποιήθηκαν – ιδίως – εκ προθέσεως. Η εφαρμογή της νομοθεσίας της ΕΕ παρακολουθείται εκ του σύνεγγυς και ανά τακτά χρονικά διαστήματα από την Επιτροπή. Σε περίπτωση που χρειαστεί, η Επιτροπή δεν θα διστάσει να χρησιμοποιήσει τους μηχανισμούς που διαθέτει βάσει της συνθήκης ΕE προκειμένου να εξασφαλίσει την κατάλληλη εφαρμογή της εν λόγω νομοθεσίας.
(1) http://www.europarl.europa.eu/QP-WEB/home.jsp
(2) COM(2006)863.
(3) ΕΕ L 173 της 3.7.2007.
(4) ΕΕ L 164 της 25.6.2008.
(5) Κανονισμός 1013/2006/EΚ για τις μεταφορές αποβλήτων∙ για παράδειγμα, για όλες τις μεταφορές επικίνδυνων αποβλήτων σε εκτός – ΟΟΣΑ χώρες και όλες τις εξαγωγές αποβλήτων προς διάθεση εκτός της ΕΕ/Ευρωπαϊκής Ένωσης/Ευρωπαϊκής Ζώνης Ελεύθερων Συναλλαγών (ΕΖΕΣ).
(6) Άρθρο 4 παράγραφος 2 για τα απόβλητα, που υποκαταστάθηκε από τις 12.12.2010 από το άρθρο 36 παράγραφος 1 της οδηγίας 2008/98/EΚ. Τα ραδιενεργά απόβλητα βρίσκονται εκτός του πεδίου εφαρμογής της εν λόγω νομοθεσίας και διέπονται από ειδικές νομικές πράξεις.
(7) ΕΕ L 255 της 30.09.2005.
(8) ΕΕ L 280 της 27.10.2009.
Θέμα: Διαχείριση νοσοκομειακών αποβλήτων στην Αττική
Καταγγελίες του διευθυντή του μόνου αδειοδοτημένου αποτεφρωτήρα νοσοκομειακών αποβλήτων στην Ελλάδα(1) αναφέρουν ότι από τους 21 τόνους που παράγονται καθημερινά στην περιφέρειά του μόλις 7,5 τόνοι οδηγούνται στον αποτεφρωτήρα. Τα υπόλοιπα είτε αποτεφρώνονται σε ακατάλληλους κλιβάνους νοσοκομείων είτε αδρανοποιούνται μέσω αποστείρωσης είτε απορρίπτονται λαθραία σε χώρους ταφής κοινών απορριμμάτων. Ως πιθανή αιτία αναφέρεται το πολύ υψηλό κόστος αποτέφρωσης στην Ελλάδα (διπλάσιο του ευρωπαϊκού μέσου όρου)(2).
Ταυτόχρονα, από το 2001 η παραγόμενη τέφρα δεν διατίθεται σε Χώρους Υγειονομικής Ταφής Επικίνδυνων Απορριμμάτων(3), αλλά αποθηκεύεται προσωρινά και μέχρι την αναμενόμενη εξαγωγή της σε αδειοδοτημένη εγκατάσταση της Γερμανίας, με αποτέλεσμα σημαντικούς κινδύνους για τη δημόσια υγεία και το περιβάλλον.
Ερωτάται η Επιτροπή:
1. Αν έχει ελέγξει κατά πόσο η Ελλάδα λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα διασφάλισης ότι η διάθεση όλων των νοσοκομειακών αποβλήτων πραγματοποιείται σύμφωνα με την ευρωπαϊκή νομοθεσία, χωρίς διακινδύνευση της ανθρώπινης υγείας και χωρίς επιβάρυνση του περιβάλλοντος.
2. Κατά πόσο διαθέτει επίσημα στοιχεία για το ποιες ποσότητες νοσοκομειακών αποβλήτων αποτεφρώνονται στον εγκεκριμένο αποτεφρωτήρα, ποιες σε νοσοκομειακούς κλιβάνους, ποιες αδρανοποιούνται μέσω αποστείρωσης και ποιες απορρίπτονται λαθραία σε χώρους ταφής απορριμμάτων.
3. Κατά πόσο παρακολουθεί τη διαχείριση του προϊόντος αποτέφρωσης νοσοκομειακών αποβλήτων στην Αττική και εάν είναι ικανοποιημένη από την τήρηση των απαραίτητων μέτρων προστασίας της δημόσιας υγείας κατά την προσωρινή αποθήκευσή του.
(1) http://www.enet.gr/?i=issue.el.home&date=30/01/2010&id=126838
(2) Όπως προηγουμένως.
(3) Τέτοιοι χώροι δεν έχουν μέχρι σήμερα διαμορφωθεί στην Ελλάδα. Το προϊόν της αποτέφρωσης δεν εξάγεται, όμως, ούτε σε τρίτη χώρα με κατάλληλες εγκαταστάσεις.
Απάντηση του κ. Potočnik εξ ονόματος της Επιτροπής
Η οδηγία 2006/12/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 2006, περί των στερεών αποβλήτων(1) καθορίζει τις αρχές για τη διαχείριση των αποβλήτων.
1. Στις 10 Σεπτεμβρίου 2009, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο καταδίκασε την Ελλάδα (υπόθεση C-286/08) επειδή δεν θέσπισε σχέδιο διαχείρισης για τα επικίνδυνα απόβλητα, σύμφωνα με τις υποχρεώσεις της βάσει της νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και επειδή δεν συγκρότησε ολοκληρωμένο και εξειδικευμένο δίκτυο εγκαταστάσεων για τη διάθεση των επικίνδυνων αποβλήτων.
Η Ελληνική Δημοκρατία διαβίβασε κατάλογο χώρων υγειονομικής ταφής που θα πρέπει να κατασκευαστούν για τη διάθεση των επικίνδυνων αποβλήτων. Η κατασκευή των εν λόγω χώρων υγειονομικής ταφής είναι κατά τα φαινόμενα αναγκαία για να μπορέσει η Ελλάδα να συμμορφωθεί με την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου.
2. Τα δεδομένα που αναφέρει το Αξιότιμο Μέλος του Κοινοβουλίου δεν εμπίπτουν στις υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων του κράτους μέλους.
3. Στο πλαίσιο της νομοθεσίας για τα απόβλητα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η οδηγία 2006/12/ΕΚ προβλέπει ότι «1. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίζουν ότι η διάθεση ή η αξιοποίηση των αποβλήτων πραγματοποιείται χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο η υγεία του ανθρώπου και χωρίς να χρησιμοποιούνται διαδικασίες ή μέθοδοι που ενδέχεται να βλάψουν το περιβάλλον. Ιδίως:
α) χωρίς να δημιουργείται κίνδυνος για το νερό, τον αέρα ή το έδαφος, ούτε για την πανίδα και τη χλωρίδα∙
β) χωρίς να προκαλούνται ενοχλήσεις από το θόρυβο ή τις οσμές∙
γ) χωρίς να βλάπτονται οι τοποθεσίες και τα τοπία που παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον».
Η Επιτροπή παρακολουθεί τη διαχείριση των αποβλήτων στην Ελλάδα και προσέφυγε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο κατά της Ελληνικής Δημοκρατίας στις 30 Ιουνίου 2008. Στη σχετική απόφαση της 10ης Σεπτεμβρίου 2009, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι η Ελλάδα είχε παραβιάσει σειρά διατάξεων της ευρωπαϊκής νομοθεσίας όσον αφορά τη διαχείριση των επικινδύνων αποβλήτων.
Η Επιτροπή θα συνεχίσει το διάλογο με το συγκεκριμένο κράτος μέλος και θα παρακολουθεί κατά πόσον εφαρμόζεται δεόντως η απόφαση του Δικαστηρίου.
(1) ΕΕ L 114 της 27.4.2006.
Θέμα: Η περιβαλλοντική ρύπανση από τα αντιβιοτικά οδηγεί σε ανθεκτικότητα
Σύμφωνα με μελέτη του 2009(1), η ευρεία χρήση αντιβιοτικών για την πρόληψη και τη θεραπεία λοιμώξεων σε ανθρώπους και ζώα, προκαλεί μόλυνση του περιβάλλοντος. Τις τελευταίες δεκαετίες μεγάλες ποσότητες αντιβιοτικών έχουν απελευθερωθεί στο περιβάλλον, αλλά λίγα είναι γνωστά για τις επιπτώσεις αυτών των αντιβιοτικών σε μικρόβια που ζουν σε φυσικά ενδιαιτήματα. Τα αντιβιοτικά απελευθερώνονται στο περιβάλλον όταν αποβάλλονται μαζί με τα ανθρώπινα απόβλητα και περνούν στα συστήματα των υδάτων, του εδάφους και σε εγκαταστάσεις επεξεργασίας λυμάτων.
Δεδομένου ότι τα βακτήρια μπορούν να αναπτύξουν ανθεκτικότητα στα αντιβιοτικά και αυτή η ανθεκτικότητα μπορεί να μεταφερθεί σε άλλα βακτήρια, υπάρχει ο κίνδυνος βακτήρια που βρίσκονται φυσιολογικά στο περιβάλλον να αναπτύξουν αντοχή στα αντιβιοτικά που χρησιμοποιούνται συνήθως για τη θεραπεία ανθρώπινων ασθενειών. Αυτή η αντίσταση μπορεί με τη σειρά της να περάσει σε βακτήρια που προκαλούν ασθένειες στον άνθρωπο και στα ζώα, κάνοντας έτσι πιο δύσκολο τον έλεγχο των βακτηριακών λοιμώξεων.
Η μελέτη προτείνει όπως ύδατα, λύματα και άλλα απόβλητα μολυσμένα με αντιβιοτικά αντιμετωπίζονται ειδικά για τα αντιβιοτικά, προτού απελευθερωθούν στο περιβάλλον ή χρησιμοποιηθούν ως λίπασμα στη γεωργία.
Εξετάζει η Επιτροπή τη λήψη μέτρων για τη μείωση της έκλυσης αντιβιοτικών στο περιβάλλον, όπως προτείνεται από τη μελέτη;
(1) Martinez, J.M. (2009). Environmental pollution by antibiotics and by antibiotic resistance determinants. Environmental Pollution. 157: 2893-2902.
Απάντηση του κ. Potočnik εξ ονόματος της Επιτροπής
Το 2001 η Επιτροπή υπέβαλε έγγραφο με τίτλο «Κοινοτική στρατηγική κατά της μικροβιακής απειλής». Στο πλαίσιο της στρατηγικής αυτής, η Επιτροπή σκιαγράφησε μια συνολική προσέγγιση που τέμνει όλους τους τομείς. Η στρατηγική συνίσταται σε δεκαπέντε δράσεις και τέσσερεις καίρια πεδία. Επιτήρηση, πρόληψη, έρευνα και ανάπτυξη προϊόντων, καθώς και διεθνής συνεργασία. Σημαντικό τμήμα της εν λόγω στρατηγικής απετέλεσε η «σύσταση του Συμβουλίου (2002/77/EΚ)(1) για τη συνετή χρήση των αντιμικροβιακών ουσιών στην ιατρική». Στη σύσταση σκιαγραφούνται ρηξικέλευθα μέτρα όσον αφορά τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται στον άνθρωπο, μέτρα τα οποία τα κράτη μέλη καλούνται να λάβουν προκειμένου να περιορίσουν την μικροβιακή αντοχή.
Το 2005, η Επιτροπή συνόψισε τις κύριες δράσεις που αναλήφθηκαν σε επίπεδο κρατών μελών και Κοινότητας σε έκθεση προς το Συμβούλιο(2), επισημαίνοντας τους τομείς της σύστασης που χρήζουν περαιτέρω προσοχής. Η έκθεση συνοδεύτηκε από έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής(3) όπου παρατίθεται λεπτομερέστερη ανάλυση.
Στις 10 Ιουνίου 2008, το Συμβούλιο Απασχόλησης, Κοινωνικής Πολιτικής, Υγείας και Καταναλωτών υιοθέτησε συμπεράσματα για την μικροβιακή αντοχή(4) καλώντας την Επιτροπή να προαγάγει τη συνεργασία μεταξύ όλων των Γενικών Διευθύνσεων και των εμπλεκόμενων οργανισμών και να διευκολύνει τη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών σε όλου τους τομείς της μικροβιακής αντοχής. Έγινε αναφορά στην Ιατρική και την Κτηνιατρική, στα περιβαλλοντικά κατάλοιπα και την ενδεχόμενη συμβολή των βιοκτόνων στην εμφάνιση μικροβιακής αντοχής. Στη συνέχεια, το 2009, η Επιτροπή δημοσίευσε έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της(5) για τη μικροβιακή αντοχή, ως βάση διαβουλεύσεων και συζητήσεων με τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών, τους ευρωπαϊκούς επιστημονικούς οργανισμούς και τα ενδιαφερόμενα μέρη στην Ευρώπη.
Πέραν τούτου, στην ανακοίνωσή της(6) Ασφαλή, καινοτόμα και προσβάσιμα φάρμακα: ένα ανανεωμένο όραμα για τον φαρμακευτικό τομέα, η Επιτροπή αναγνωρίζει την ανάγκη λήψης μέτρων για τον περιορισμό των ενδεχομένως επιβλαβών συνεπειών των φαρμακευτικών ουσιών στο περιβάλλον και τη δημόσια υγεία στην Ευρώπη. Στην πρόταση της Επιτροπής(7) διευκρινίζεται ότι οι πληροφορίες για τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις των φαρμακευτικών προϊόντων μπορούν να διαχέονται στο ευρύ κοινό από τον κάτοχο της άδειας κυκλοφορίας.
Αναγνωρίζοντας ότι τα φαρμακευτικά κατάλοιπα συνιστούσαν λόγο ανησυχίας λόγω των δυνητικών επιπτώσεών τους στο περιβάλλον και τη δημόσια υγεία, χρηματοδοτήθηκε σειρά έργων από τα κοινοτικά προγράμματα – πλαίσιο για την έρευνα (π.χ. ERAVMIS, REMPHARMAWATER, POSEIDON, ERAPHARM, F&F, KNAPPE). Τα έργα αυτά και ειδικότερα το έργο KNAPPE (γνώση και αξιολόγηση των αναγκών όσον αφορά τα φαρμακευτικά προϊόντα στα ύδατα του περιβάλλοντος) είχαν ως αποτέλεσμα τη διατύπωση σειράς εισηγήσεων για τη λήψη περαιτέρω μέτρων.
Η Επιτροπή παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς τις ευρύτερες επιπτώσεις των φαρμακευτικών καταλοίπων και ειδικότερα της μικροβιακής αντοχής. Εκπρόσωποι της Επιτροπής συμμετείχαν στο εργαστήριο που οργάνωσε ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος (ΕΟΠ) τον Ιανουάριο του 2009(8), καθώς και στην Συνδιάσκεψη για την βιώσιμη ανάπτυξη των φαρμακευτικών ουσιών, την οποία διοργάνωσε η Σουηδική προεδρία το Νοέμβριο του 2009(9).
Η Επιτροπή προτίθεται να διοργανώσει τεχνική συνεδρίαση με τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, με τη συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων (EMEA), του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Ουσιών (ECHA) και του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος (ΕΟΠ), προκειμένου να εξετασθεί περαιτέρω το ζήτημα της βιωσιμότητας.
(1) ΕΕ L 34 της 5.2.2002.
(2) COM(2005)684 τελικό.
(3) SEC(2005)1746.
(4) Συμπεράσματα του Συμβουλίου για τη μικροβιακή αντοχή (AMR) που εγκρίθηκαν κατά την 2876η συνεδρίαση της 10ης Ιουνίου 2008 του Συμβουλίου Απασχόλησης, Κοινωνικής Πολιτικής, Υγείας και Καταναλωτών.
(5) SANCO/6876/2009r6.
(6) COM(2008)666 τελικό.
(7) COM(2008)663 τελικό.
(8) Τεχνική Έκθεση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος αριθ. 1/2010, οι φαρμακευτικές ουσίες στο περιβάλλον, Αποτελέσματα Εργαστηρίου του ΕΟΠ.
(9) http://www.lakemedelsverket.se/upload/eng-mpa-se/OF2009/Booklet%20Sustainable%20Development%20and%20Pharmaceuticals.pdf
Θέμα: Περιβαλλοντικοί κίνδυνοι φαρμακευτικών προϊόντων
Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος (ΕΟΠ) διοργάνωσε πέρυσι εργαστήριο εμπειρογνωμόνων για τα φαρμακευτικά προϊόντα. Στις 13 Ιανουαρίου του 2010 δημοσίευσε τα συμπεράσματα αυτού του εργαστηρίου σε μια τεχνική έκθεση.
Σύμφωνα με την έκθεση αυτή, οι διαδικασίες για την έγκριση της πώλησης φαρμακευτικών προϊόντων στην ΕΕ θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τούς περιβαλλοντικούς κινδύνους που εγκυμονούν αυτά τα προϊόντα. Επιπλέον, διατυπώνεται η απαίτηση να καταχωρούνται όλα τα φαρμακευτικά προϊόντα ανάλογα με την περιβαλλοντική τους επικινδυνότητα, και τα προγράμματα επιστροφής φαρμάκων να είναι εναρμονισμένα σε όλη την ΕΕ. Στην έκθεση επίσης διατυπώνεται η παρατήρηση ότι τα φαρμακευτικά απόβλητα πρέπει πάντα να αποτεφρώνονται.
Πώς σκοπεύει η Επιτροπή να δώσει συνέχεια στα παραπάνω πορίσματα της έκθεσης αυτής;
Απάντηση του κ. Tajani εξ ονόματος της Επιτροπής
Όλα τα φάρμακα πρέπει να λαμβάνουν άδεια εμπορίας για να επιτρέπεται η διάθεσή τους στην αγορά της ΕΕ(1).
Για να χορηγηθεί άδεια εμπορίας, η αίτηση πρέπει να συνοδεύεται από:
— αξιολόγηση των κινδύνων τους οποίους το φάρμακο ενδέχεται να συνεπάγεται για το περιβάλλον. Πρέπει να εξετάζεται αυτός ο αντίκτυπος και, κατά περίπτωση, να προβλέπονται ειδικές διατάξεις για τον περιορισμό των κινδύνων∙
— τους λόγους για κάθε μέτρο προφύλαξης και ασφάλειας που πρέπει να λαμβάνεται για την αποθήκευση του φαρμάκου, τη χορήγησή του στους ασθενείς και την αποκομιδή των αποβλήτων, καθώς και μνεία των πιθανών κινδύνων που παρουσιάζει το φάρμακο για το περιβάλλον.
Πρέπει να διεξάγεται επιστημονική αξιολόγηση της σχέσης κινδύνου/οφέλους βάσει της ποιότητας, της ασφάλειας, της αποτελεσματικότητας και των περιβαλλοντικών δεδομένων και να χορηγείται άδεια εμπορίας μόνον εφόσον το όφελος υπερβαίνει τους κινδύνους που συνεπάγεται το συγκεκριμένο προϊόν.
Χωρίς κατάλληλη διαχείριση, τα φαρμακευτικά απόβλητα μπορούν να συνεπάγονται κινδύνους τόσο για την ανθρώπινη υγεία όσο και για το περιβάλλον. Απαιτείται επομένως κατάλληλος χειρισμός και αποκομιδή αυτής της ροής αποβλήτων, ώστε να ελαχιστοποιηθούν οι κίνδυνοι ελευθέρωσης στο περιβάλλον, σύμφωνα με τις διατάξεις της οδηγίας 2006/12/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 2006, περί των στερεών αποβλήτων(2). Ειδικότερα, σύμφωνα με το άρθρο 4, τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίζουν ότι η διάθεση ή η αξιοποίηση των αποβλήτων πραγματοποιείται χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο η υγεία του ανθρώπου και χωρίς να χρησιμοποιούνται διαδικασίες ή μέθοδοι που ενδέχεται να βλάψουν το περιβάλλον. Στα περισσότερα κράτη μέλη έχουν καθιερωθεί προγράμματα ανάκλησης προϊόντων, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η αποκομιδή και η ασφαλής διάθεση των αποβλήτων (συνήθως σε αποτεφρωτήρες για επιβλαβή απόβλητα).
Επιπλέον, η Επιτροπή αναγνώρισε ότι τα φαρμακευτικά προϊόντα είναι δυνατόν να αποτελούν αιτία ανησυχίας για το περιβάλλον και τη δημόσια υγεία και, κατά συνέπεια, χρηματοδότησε διάφορα σχέδια έρευνας για την αξιολόγηση των περιβαλλοντικών και υγειονομικών επιπτώσεων των φαρμακευτικών προϊόντων. Τα ανωτέρω σχέδια και ειδικότερα το σχέδιο «Knappe» (Knowledge and need assessment on pharmaceutical products in environmental waters), το οποίο αφορά την αξιολόγηση των γνώσεων και των αναγκών λήψης μέτρων για τις επιπτώσεις των φαρμακευτικών προϊόντων στα περιβαλλοντικά ύδατα, κατέληξαν σε μια σειρά συστάσεων για περαιτέρω δράση. Η Επιτροπή, στην ανακοίνωσή της σχετικά με τα «Ασφαλή, Καινοτόμα και Προσβάσιμα φάρμακα: ένα ανανεωμένο όραμα για το φαρμακευτικό τομέα»(3), αναγνώρισε την ανάγκη να προταθούν μέτρα για να μειωθούν οι ενδεχομένως επιβλαβείς επιδράσεις των φαρμακευτικών προϊόντων στο περιβάλλον και τη δημόσια υγεία στην Ευρώπη. Μεταξύ των τομέων περαιτέρω δράσης συγκαταλέγεται η αξιολόγηση των περιβαλλοντικών πληροφοριών για τα φαρμακευτικά προϊόντα που συλλέγει ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων και οι εθνικές αρχές φαρμάκων, με σκοπό να ενσωματωθούν οι πληροφορίες αυτές στο ισχύον νομοθετικό πλαίσιο της ΕΕ. Η Επιτροπή παρακολουθεί προσεκτικά τις εξελίξεις σ’ αυτό τον τομέα και ήταν παρούσα στις ημερίδες εργασίας του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος (ΕΟΠ) τον Ιανουάριο του 2009, καθώς και στη διάσκεψη σχετικά με τη βιώσιμη ανάπτυξη των φαρμακευτικών προϊόντων που οργανώθηκε από τη σουηδική προεδρία τον Νοέμβριο του 2009. Η Επιτροπή σχεδιάζει την οργάνωση μιας τεχνικής συνεδρίασης με τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών από κοινού με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων, τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Χημικών Προϊόντων και τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος για την περαιτέρω εξέταση του θέματος.
Τέλος, από το τέταρτο Πρόγραμμα-Πλαίσιο Έρευνας της ΕΕ (ΠΠ41994-1998) και μετά, η ΕΕ βρίσκεται επίσης στην πρωτοπορία της υποστήριξης της έρευνας σχετικά με την έκθεση σε χημικούς παράγοντες και τις ενδεχόμενες επιπτώσεις τους τόσο στην ανθρώπινη υγεία όσο και στο περιβάλλον. Έχουν χρηματοδοτηθεί πολλά σχέδια για την έρευνα των συνεπειών της έκθεσης του ανθρώπου και της άγριας ζωής στις ουσίες που διαταράσσουν τις λειτουργίες του ενδοκρινικού συστήματος.
Μια συστάδα τριών σχεδίων με την ονομασία NECTAR (Network for Environment Chemical Toxicants Affecting Reproduction – δίκτυο για τα χημικά προϊόντα που διαχέονται στο περιβάλλον και είναι τοξικά για την αναπαραγωγή) επιλέχτηκε σε συνέχεια της πρώτης πρόσκλησης υποβολής προτάσεων κατά το έβδομο Πρόγραμμα-Πλαίσιο Έρευνας της ΕΕ (2006-2013), με συγχρηματοδότηση ΕΚ ύψους 10 εκατομμυρίων ευρώ και επικεντρώνεται στις επιπτώσεις των χημικών ενώσεων που διαχέονται στο περιβάλλον και διαταράσσουν τις λειτουργίες του ενδοκρινικού συστήματος(4).
Με μια πρόσφατη πρόσκληση, ζητήθηκαν προτάσεις για σχέδια σχετικά με τις επιπτώσεις που έχει για την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον η έκθεση στα φαρμακευτικά προϊόντα που ελευθερώνονται στο περιβάλλον. Η αξιολόγηση των προτάσεων που υποβλήθηκαν βρίσκεται υπό εξέλιξη.
Η Επιτροπή θα φροντίσει ώστε τα τρέχοντα και τα μελλοντικά σχέδια σ’ αυτό τον τομέα να βασίζονται στο έργο που έχει ήδη επιτελεστεί μέσω προηγούμενων προγραμμάτων – πλαισίων, έτσι ώστε να δοθούν οριστικές απαντήσεις όσον αφορά τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στην υγεία για τον άνθρωπο και την άγρια ζωή εξ αιτίας της έκθεσης σε χημικούς παράγοντες.
(1) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 726/2004 και οδηγίες 2001/82/EK και 2001/83/EK.
(2) ΕΕ L 114 της 27.4.2006, σ. 9. Από τις 12 Δεκεμβρίου 2010, η εν λόγω οδηγία θα καταργηθεί και θα αντικατασταθεί με την οδηγία 2008/98/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 2008, για τα απόβλητα (ΕΕ L 312 της 22.11.2008). Ειδικότερα, το άρθρο 12 της οδηγίας 2008/98/EK προβλέπει ότι «Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε, στις περιπτώσεις που δεν πραγματοποιείται ανάκτηση σύμφωνα με το άρθρο 10, παράγραφος 1, τα απόβλητα να υποβάλλονται σε ασφαλείς εργασίες διάθεσης που πληρούν τις διατάξεις του άρθρου 13 για την προστασία της ανθρώπινης υγείας και του περιβάλλοντος».
(3) COM(2008) 666 τελικό.
(4) http://www.nectarcluster.eu