Nov 292010

Η Ευρωπαϊκή Ένωση θα απαγορεύσει τη χρήση της ουσίας Bisphenol A (BPA), σε πλαστικά μπουκάλια για μωρά από το 2011 με την υποστήριξη της πλειοψηφίας των κυβερνήσεων της ΕΕ, δήλωσε η Εκτελεστική Επιτροπή της ΕΕ την περασμένη Πέμπτη (25 Νοεμβρίου).

«Υπήρχαν περιοχές  αβεβαιότητας, που απορρέουν από νέες μελέτες, η οποία έδειξε ότι η BPA θα μπορούσε να έχει επιπτώσεις στην ανάπτυξη, στην ανοσολογική ικανότητα και στην  προώθηση όγκων,” είπε ο John Dalli, Επίτροπος αρμόδιος για την πολιτική υγείας και των καταναλωτών.

“Η […] απόφαση αποτελεί καλή είδηση για τους ευρωπαίους γονείς, οι οποίοι μπορούν να είναι βέβαιοι ότι από τα μέσα του 2011 τα πλαστικά μπιμπερό για μωρά δεν θα περιλαμβάνουν BPA.”

Κράτη της ΕΕ θα θέσουν εκτός νόμου την κατασκευή πολυκαρβονικών μπιμπερό που περιέχουν την ένωση από τον Μάρτιο του 2011, καθώς και απαγόρευση της εισαγωγής και της πώλησή τους από τον Ιούνιο του 2011, δήλωσε η Επιτροπή.

Προσέθεσε ότι η απόφαση ήταν «αποτέλεσμα των μηνών για συζήτηση και ανταλλαγή απόψεων μεταξύ των υπηρεσιών της Επιτροπής, της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφάλειας των Τροφίμων (ΕΑΑΤ), των κρατών μελών και της βιομηχανίας».

Οι κατασκευαστές της Bisphenol A , επί καιρό ισχυρίζονταν την ασφάλεια του προϊόντος. “Η BPA δεν αποτελεί κίνδυνο καρκινογένεσης στους ανθρώπους», δήλωσε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Βιομηχανίας Χημικών Προϊόντων (Cefic), στο πλαίσιο επανεξέτασης του 2002, επικαλούμενο “συντριπτικά επιστημονικά στοιχεία» ότι η BPA είναι ασφαλή για όλες τις χρήσεις, το οποίο προορίζεται.

Η Δισφαινόλη Α χρησιμοποιείται στα πλαστικά μπουκάλια μωρών και για επιχρισμένες κονσέρβες τροφίμων. Η συγκεκριμένη απαγόρευση αφορά μόνο τη χρήση BPA στα μπιμπερό.

Οι οργανώσεις καταναλωτών χαιρέτισαν την απόφαση της ΕΕ να απαγορεύσει Bisphenol A από τα μπιμπερό. «Ελπίζουμε ότι αυτός ο  ενδοκρινικός διαταράκτης σύντομα θα απαγορεύεται σε όλα τα καταναλωτικά προϊόντα, και καλούμε την ΕΕ να σημειώσει πρόοδο σχετικά με τη διαρκούσα θέμα των« κοκτέιλ χημικών »των προϊόντων”, δήλωσε η Monique Goyens, γενικός διευθυντής ευρωπαϊκής οργάνωσης καταναλωτών BEUC.

http://www.euractiv.com/en/food/eu-ban-bisphenol-a-baby-bottles-2011-news-500052

Nov 232010

Σύστημα ταχείας αντίδρασης RAPEX για επικίνδυνα καταναλωτικά προϊόντα

Μετά από επώνυμη καταγγελία καταναλωτή στις 1.12.2009(1) αποφασίσθηκε μετά 4 μήνες η ανάκληση των σχετικών επικίνδυνων προϊόντων(2), H καταγγελία συνοδευόταν από όλα τα σχετικά στοιχεία για τον εντοπισμό του προϊόντος, καθώς και σχετικές απαγορεύσεις άλλων προϊόντων για τον ίδιο λόγο (καλλυντικά που μοιάζουν με τρόφιμα).

Μέχρι σήμερα, η ανάκληση των προϊόντων αυτών δεν έχει δημοσιευθεί στις αναφορές των κοινοποιήσεων της Επιτροπής που δημοσιεύει σε εβδομαδιαία βάση σχετικά με προϊόντα για τα οποία ελήφθησαν περιοριστικά μέτρα σχετικά με την διάθεσή τους στην αγορά από αρμόδιες αρχές κρατών μελών αλλά ούτε και στην σχετική σελίδα της εθνικής αρχής της Ελλάδας για το δίκτυο RAPEX.

Ερωτάται η Επιτροπή:

1. Tο χρονικό διάστημα 4 μηνών για την ανάκληση του προϊόντος, συμβαδίζει με το σκοπό του RAPEX που είναι η εξασφάλιση της ταχείας ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής για την αποτροπή κινδύνων για την υγεία και την ασφάλεια των καταναλωτών;

2. H μη δημοσίευση της ανάκλησης είναι σύμφωνη με το άρθρο 16 της οδηγίας 2001/95/ΕΚ για τη γενική ασφάλεια προϊόντων, που επιβάλλει οι πληροφορίες για τους κινδύνους να είναι γενικά προσιτές σύμφωνα με τις απαιτήσεις διαφάνειας;

3. H μη δημοσίευση της ανάκλησης δημιουργεί αθέμιτο ανταγωνισμό ανάμεσα στις επιχειρήσεις των οποίων τα προϊόντα δημοσιεύονται και στις επιχειρήσεις των οποίων τα προϊόντα δεν δημοσιεύονται;

4. Θεωρεί τις συγκεκριμένες οδηγίες («κατευθυντήριες γραμμές RAPEX») επαρκείς ή σκοπεύει να τις αναθεωρήσει επί το αυστηρότερο;

(1) Καταγγελία με Αρ. Πρωτ.: Z2/29520 1.12.09 προς τη Γενική Γραμματεία Καταναλωτή, εθνική αρχή της Ελλάδας που συμμετέχει στο δίκτυο του RAPEX και είναι υπεύθυνη για τη διαδικασία της κοινοποίησης για τους διαφόρους κινδύνους που απαιτούν ταχεία αντίδραση.

(2) Απόφαση ΕΟΦ 22261/7-4-2010, http://www.eof.gr/assets/DAIRY_FUN.pdf

Απάντηση του κ. Dalli εξ ονόματος της Επιτροπής

Η Επιτροπή είναι ενήμερη για τα προϊόντα της σειράς «Dairy Fun» τα οποία διατέθηκαν σε καταναλωτές στην αγορά της ΕΕ και τα οποία αποτέλεσαν αντικείμενο καταγγελίας καταναλωτή προς τις ελληνικές αρχές.

1. Τα μέτρα που περιορίζουν τη διάθεση και/ή τη διανομή επικίνδυνων προϊόντων στην αγορά της ΕΕ πρέπει να λαμβάνονται από τις εθνικές αρχές όσο το δυνατό ταχύτερα. Το χρονικό διάστημα που χρειάζεται για την έγκριση σωστά τεκμηριωμένων μέτρων εξαρτάται από τις ιδιαίτερες συνθήκες της υπόθεσης και ανήκει στην αρμοδιότητα των οικείων εθνικών αρχών.

2. Οι ελληνικές αρχές δεν κοινοποίησαν τα προϊόντα «Dairy Fun» μέσω του RAPEX (το σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης της Ένωσης για τα επικίνδυνα προϊόντα) επειδή οι πληροφορίες σχετικά με τα προϊόντα αυτά είχαν ήδη υποβληθεί μέσω RAPEX από τις πολωνικές αρχές οι οποίες επίσης απέσυραν τα εν λόγω προϊόντα από την αγορά τους.

Πληροφορίες σχετικά με τα προϊόντα «Dairy Fun» δεν δημοσιεύτηκαν στον δικτυακό τόπο του RAPEX(1), επειδή κατά τη γνώμη των πολωνικών αρχών τα προϊόντα παρουσίαζαν μέτριο κίνδυνο για τους καταναλωτές και η Επιτροπή δημοσιεύει κοινοποιήσεις στον δικτυακό τόπο του RAPEX μόνον όταν τα προϊόντα ενέχουν σοβαρό κίνδυνο.

3. Όλες οι κοινοποιήσεις RAPEX σχετικά με προϊόντα που αποτελούν σοβαρό κίνδυνο για τους καταναλωτές δημοσιεύονται στον δικτυακό τόπο του RAPEX. Συνεπώς, δεν υπάρχει κίνδυνος άνισης μεταχείρισης εταιρειών.

4. Στις 16 Δεκεμβρίου 2009, η Επιτροπή εξέδωσε τις νέες κατευθυντήριες γραμμές(2) RAPEX οι οποίες διέπουν τη λειτουργία του συστήματος RAPEX. Αυτές οι κατευθυντήριες γραμμές αντικαθιστούν τις προηγούμενες κατευθυντήριες γραμμές οι οποίες εφαρμόζονταν μεταξύ του 2004 και του 2009. Η Επιτροπή δεν σκοπεύει να τις τροποποιήσει προς το παρόν.

(1)www.ec.europa.eu/rapex

(2)Απόφαση της Επιτροπής, της 16ης Δεκεμβρίου 2009, σχετικά με τον καθορισμό των κατευθυντηρίων γραμμών για τη διαχείριση του κοινοτικού συστήματος ταχείας ανταλλαγής πληροφοριών (RAPEX) που θεσπίστηκε δυνάμει του άρθρου 12 και της διαδικασίας κοινοποίησης που θεσπίστηκε δυνάμει του άρθρου 11 της οδηγίας 2001/95/ΕΚ (οδηγία για τη γενική ασφάλεια των προϊόντων), ΕΕ L 22 της 26.01.2010.