Άρθρο του Χρήστου Μάτη, που φιλοξενείται στη “Θεσσαλονίκη” σχετικά με τη κυβερνητική ρύθμιση για την επαναπόδοση της ιθαγένειας στους Εβραίους συμπολίτες μας και τον τουρισμό της πόλης
Η κυβέρνηση πριν από λίγες ημέρες έκανε μία καθυστερημένη πλην ενδεδειγμένη κίνηση. Στο νομοσχέδιο, που κατέθεσε ο Υπουργός Εσωτερικών κ.Χάρης Καστανίδης, για τη ρύθμιση ζητημάτων τα οποία αφορούν μετανάστες, προβλέπεται η απόδοση της ιθαγένειας στους εβραίους συμπολίτες μας, από τους οποίους είχε αφαιρεθεί αμέσως μετά τον πόλεμο.
Πρόκειται για τους ανθρώπους, οι οποίοι επέστρεψαν χωρίς τίποτε από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης σε μία πόλη, που δεν τους θύμιζε σε τίποτε την πόλη από την οποία είχαν φύγει ως όμηροι στο πιο βάρβαρο ταξίδι του 20ου αιώνα, όπως είπε και ο πρόεδρος της ισραηλιτικής κοινότητας Θεσσαλονίκης στην τελετή απόδοσης τιμής στους επιζώντες, που έγινε στο Δημοτικό Συμβούλιο Θεσσαλονίκης στις 18 Ιουνίου 2011.
Τα σεφαραδίτικα δεν ακούγονταν πια και τα γνώριμα εβραϊκά ονόματα στις επιγραφές των καταστημάτων δεν υπήρχαν.
«Πολλοί δε από τους επιζήσαντες, έχοντας χάσει τα πάντα, μετανάστευσαν τελικώς στο Ισραήλ διατηρώντας όμως την επαφή και τη σχέση τους με την Ελλάδα, στην οποία άλλωστε συνέχισαν και συνεχίζουν να έχουν συγγενείς και φίλους», αναφέρει η αιτιολογική έκθεση του νομοσχεδίου κάνοντας μια εξαιρετικά γενναία, για τα ελληνικά πολιτικά δεδομένα, παραδοχή στη συνέχεια: «Δυστυχώς, η Ελληνική Πολιτεία, μετά από τη δίνη του εμφυλίου μέχρι και σήμερα δεν έλαβε την οποιαδήποτε μέριμνα για τον αποδημήσαντα αυτόν πληθυσμό, ενώ σε ορισμένες μάλιστα περιπτώσεις προχώρησε ακόμη και σε αφαίρεση της ιθαγένειας από όσους επέλεξαν να εγκατασταθούν στο Ισραήλ με βάση το διαβόητο και καταργηθέν πλέον άρθρο 19 του παλαιού Κώδικα Ελληνικής Ιθαγένειας».
Πρόκειται για μία παραδοχή ευθύνης, στην οποία δεν μας έχει συνηθίσει το ελληνικό πολιτικό προσωπικό, που σπανίως αναγνωρίζει αναδρομικά λάθη στους προκατόχους του κι όταν το κάνει, προτιμά να μην το φωνάζει. Γι’ αυτό και είναι γενναία, παρά τα κενά που έχει η ρύθμιση και τα οποία θα αναδειχθούν.
Αλλά δεν μπορούμε να μην αναγνωρίσουμε ότι γίνεται. Και αποτελεί μια εξαιρετική γέφυρα με ανθρώπους με τους οποίους η πόλη έχει δεσμούς, που μπορεί να εμβαθύνει και να προωθήσει.
Ο Δήμαρχος Θεσσαλονίκης συνηθίζει να λέει ότι στους ξένους συνομιλητές του με τους οποίους συζητά για την τουριστική ανάπτυξη της πόλης, επισημαίνει ότι «θέλει τα λεφτά τους».
Δυστυχώς, καλώς η κακώς, το ενδεχόμενο να μας φέρουν τα λεφτά τους χωρίς να έλθουν οι ίδιοι αποκλείεται.
Η δημοτική αρχή και η πολιτική εξουσία γενικότερα, ελάχιστα μπορούν να κάνουν, για να ενισχύσουν το επιχειρείν στον τουρισμό της Θεσσαλονίκης.
Μπορούν, όμως, να δημιουργήσουν το πολιτικό τοπίο, στο οποίο όσοι σκέφτονται να επισκεφθούν την πόλη, να αισθάνονται πιο άνετα να το κάνουν.
Μπορούν να συνεισφέρουν να δημιουργηθεί για τη Θεσσαλονίκη η εικόνα μιας πόλης ανοιχτής και φιλικής στους φιλοξενούμενους της.
Και στη συνέχεια να προσπαθήσουν, να προσπαθήσουμε όλοι μαζί, να φτιάξουμε μια ελκυστική πόλη για επισκέπτες.
Δυστυχώς τέτοια πόλη δεν είμαστε σήμερα. Και δε μπορούμε να γίνουμε με πολιτική απόφαση.
Χρειάζεται να προσπαθήσουμε όλοι μαζί! Μπορούμε!
Sorry, the comment form is closed at this time.